«Το νέο ΠΑΣΟΚ» και άλλες μπούρδες



Στην Ελλάδα ανέκαθεν τα εντονότερα κοινωνικά ρεύματα κινούνταν γύρω από δύο αντίπαλους πόλους. Φιλελεύθεροι-Εθνικόφρονες, Δημοκράτες-Βασιλικοί, ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός. Ιστορικά, ο «διχασμός» αυτός οδήγησε σε τραγικά αδιέξοδα για τη χώρα, με αποκορύφωση τον Εμφύλιο Πόλεμο, διατηρήθηκε και διογκώθηκε μεταπολιτευτικά, εγκαθιδρύθηκε στα κοινωνικά στρώματα, με αποτέλεσμα οτιδήποτε πέραν του διπόλου να μην έχει παρά ελάχιστη κοινωνική και θεσμική επιρροή.

Μετά τη συντριβή της μεσαίας αστικής τάξης, λόγω της διογκούμενης οικονομικής κρίσης από το 2009 κι εντεύθεν, κι αφού η ψαλίδα ανάμεσα σε εύπορους και άπορους άνοιξε όσο ποτέ, το ως άνω δίπολο τέθηκε εν αμφιβόλω μαζί με τη συνολική λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Επίσης το γεγονός ότι στην κοινωνική κινητικότητα εισήλθαν οι μάζες των νέων γενεών (με γέννηση από έτη 1990 έως 1994) που αγνοούν βιωματικά τις παραστάσεις του δικομματισμού, καθώς και οι ορδές των πρώτων «πτυχιούχων της κρίσης» (ατόμων δηλ. που  μπήκαν στην αγορά εργασίας με το ξέσπασμα της ύφεσης, εξωθούμενοι με το «καλημέρα» στην ανεργία) αναδιάταξε πλήρως την λεγόμενη «κοινωνική διαστρωμάτωση της ψήφου». Το εκλογικό σώμα ανανεώθηκε ριζικά με ψηφοφόρους έως τώρα ανένταχτους στο συνολικό κομματικό σύστημα.

Για αυτούς και πολλούς άλλους λόγους το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών ήταν πρωτοφανές για ολόκληρη την ιστορία των εκλογικών αναμετρήσεων της Ελλάδος. Η επτακομματική Βουλή και η εξαφάνιση ποσοστών επιπέδου 40% από το πρώτο κόμμα καταδεικνύει ότι η νέα ελληνική κοινωνία γεννά διαφορετικές, ετερόκλιτες πολιτικές τάσεις, που κατ’ ουσίαν συνιστούν το «μοίρασμα» της πάλαι ποτέ μεσαίας αστικής τάξης προς πάσα κατεύθυνση. Ακόμα πρέπει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά αναδείχθηκαν τόσο πολύ εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Οικολόγοι-Πράσινοι, Δράση κλπ) αλλά και «αντικοινοβουλευτικές» δυνάμεις (ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ), κάνοντας τη διανομή της λαϊκής αντιπροσώπευσης ακόμα ευρύτερη.

Παρά ταύτα, επικοινωνιακά κυρίως, και με την προσπάθεια να ικανοποιηθεί η ανάγκη για τα γνωστά δίπολα, παρατηρούμε την απλοϊκή διαπίστωση ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τίποτε άλλο παρά το νέο ΠΑΣΟΚ». Το συμπέρασμα αυτό, πέραν του ότι επιχειρεί να στιγματίσει ιδεολογικά και πολιτικά τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγεί εσκεμμένα σε περιχαράκωση και αλλοίωση των πραγματικών λαϊκών αιτημάτων, που εκτόξευσαν ένα κίνημα (γιατί περί αυτού πρόκειται) από το 4% στο σχεδόν 30% (!) μέσα σε λίγους μόλις μήνες.

Κατ’ αρχήν, το ΠΑΣΟΚ υπάρχει και παρά τη συντριπτική εκλογική του ήττα, σε συνθήκες έντονης αποχής, διατήρησε την εκλογική του βάση, με περίπου 750.000 ψηφοφόρους, ποσότητα διόλου ευκαταφρόνητη, οδηγώντας μάλιστα το κόμμα πάλι σε θέσεις εξουσίας μέσω της συγκυβέρνησης. Η εκλογική δυναμική του ΠΑΣΟΚ του 2009 (3.000.000 ψηφοφόροι) μοιράστηκε πολύ ευρύτερα και δεν οδηγήθηκε σε αυστηρή μετατόπιση στο ΣΥΡΙΖΑ, που συγκέντρωσε 1.600.000 ψήφους, ο οποίος εισέπραξε κατά βάση ψηφοφόρους από το ΚΚΕ και άλλες «καθαρόαιμες» αριστερές δυνάμεις που συσπειρώθηκαν γύρω από αυτόν.  

       Όλο αυτό βέβαια δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια για την «ενοχοποίηση της ψήφου». Το πολιτικό σύστημα, απροετοίμαστο για το «σεισμό» που το βρήκε, επιχειρεί να δικαιολογήσει με όρους προσιτούς σε αυτό ένα φαινόμενο που έχει πολύ βαθύτερη ερμηνεία και ανάλυση. «Το νέο ΠΑΣΟΚ», «Λεφτά Υπάρχουν Νο2», «Οι Βολεμένοι Έλληνες πάνε στο ΣΥΡΙΖΑ», όταν διαπιστωμένα και με επιστημονικά ευρήματα η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι νέοι, άνεργοι κι εξαθλιωμένοι.

            Δικαιολογίες του πολιτικά νεκρού που διατηρείται στη ζωή με σωληνάκια συνδεδεμένα με τα ΜΜΕ της διαπλοκής.

Το δυναμωμένο αριστερό χέρι



Έχουμε συνηθίσει να αποθεώνεται το δεξί χέρι ως το δυνατότερο άκρο του ανθρώπινου σώματος, με τους αριστερόχειρες να αποτελούν τη μειοψηφία. Εν γένει, στους περισσότερους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας και συμπεριφοράς η δεξιά κατεύθυνση λογίζεται ως η «ορθότερη», η «γούρικη», η πιο «αποδοτική». Πόσο συχνά ακούγεται από όλους μας η φράση «εύχομαι να σου πάνε όλα δεξιά» ή «με το δεξί!» ή δεν διδαχτήκαμε το «ο Ιησούς κάθισε εκ δεξιών του Θεού Πατρός»;

Η παραπάνω αντίληψη εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες και σε πολιτικό επίπεδο. Η ασκούμενη πολιτική δεξιάς αντίληψης, με όλες τις εκφάνσεις της (κεντροδεξιά, λαϊκή δεξιά, άκρα δεξιά κλπ) δεν καθορίζεται πια μόνο από τις θέσεις των βουλευτικών εδράνων και τη χωροταξία τους εντός των βουλευτηρίων. Αντιθέτως, ο βασικός ιδεολογικός πυρήνας αυτής είναι η περαιτέρω ενδυνάμωση των ήδη ισχυρών μελών της ανθρώπινης κοινωνίας, των προνομιούχων, των εκ φύσεως και εκ θέσεως ευνοημένων. Των «δεξιών χεριών».

Από την άλλη, ιστορικά έχει διαπιστωθεί κι αναγνωριστεί ότι οι μεγαλύτερες κατακτήσεις κι ανατροπές των ανθρώπων προήλθαν από την «αναστάτωση» που προκαλούσαν ανέκαθεν στις κυβερνήσεις οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις. Απόδειξη αυτού είναι και το ότι η αριστερά αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν ως το «ανορθόδοξο», το «αιρετικό», το «ακραίο», ως αυτό που πρέπει ως κοινωνική τάση να «καθυποταχθεί». Όπως το αριστερό χέρι «αντιμάχεται» το προνομιούχο δεξί, έτσι και στην πολιτική εξουσία η διαπάλη αυτή έχει επιφέρει τα ανάλογα ιστορικά αποτελέσματα.

Στις μέρες μας και μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου είναι πλέον σαφές ότι ο λαός αποφάσισε να ενδυναμώσει ριζικά το αριστερό του χέρι. Απέναντι στη δεξιά και συντηρητική Ευρώπη, η πολιτική της οποίας εφαρμόζεται κατά κόρον επί της Ελλάδος, ενάντια στους «ορθούς κι ενδεδειγμένους δρόμους» το λαϊκό αισθητήριο έδειξε ταχύτατα αντανακλαστικά, ψηφίζοντας μεν κυβέρνηση δεξιάς αλλά με τη ριζοσπαστική αριστερά να βρίσκεται πια όχι στα γόνατα αλλά στο σβέρκο της.

Η λαϊκή αυτή εντολή επιβάλλεται και τώρα που η δεξιά συγκυβέρνηση (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) ενώ σχηματίζει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία επιζητεί με αγωνία την επικύρωσή της πρωτίστως από μια δύναμη αριστεράς, όπως είναι αυτή της ΔΗΜΑΡ. Είτε ως άλλοθι, είτε ως στρογγύλεμα των επερχόμενων μέτρων, είτε ως «ικανοποίηση της αριστερής τάσης», οι δυνάμεις αυτές είναι πια αναγκασμένες να βάλουν και το αριστερό πρόσημο στην ασκούμενη πολιτική τους.

Βεβαίως η ενδυνάμωση της αριστερής αντίληψης είχε ξεκινήσει πολύ πριν τις πρόσφατες εθνικές εκλογές, εντός της ελληνικής κοινωνίας και των δραμάτων που βιώνει, διαμορφώνοντας την ατζέντα εντελώς ριζοσπαστικά. Οι όροι «επαναδιαπραγμάτευση», «απαγκίστρωση», «αποδέσμευση», «χαλάρωση του μνημονίου» εμφανίστηκαν μόνο όταν το «αριστερό χέρι» χτύπησε με θυμό το τραπέζι της πολιτικής εξουσίας, όταν υπενθύμισε την ύπαρξή του, όταν συσπείρωσε τα δάκτυλά του, που το εκτόξευσαν σε εκατομμύρια γροθιές.

            Πέρα από τα χέρια όμως, αυτό που θα χτυπάει ανέκαθεν στα αριστερά είναι η καρδιά.

Κι ύστερα ήρθαν τα ντόπερμαν



Από μικρός θυμάμαι τη φοβερή θέα ενός σκύλου ντόπερμαν. Με το που πλησίαζα την ιδιοκτησία κάποιου, βλέποντας το τετράποδο με τα δολοφονικά ένστικτα να ουρλιάζει, μου προκαλούσε φόβο και δέος μαζί. Επίσης, τις περισσότερες φορές τα ντόπερμαν ανήκαν σε κάτι τύπους που σήμερα ορίζονται ως “κάγκουρες”, δηλαδή με ελάχιστη κοινωνική παιδεία αλλά με μεγάλη ιδεά για τον εαυτό τους, με σαφή σύνδρομα κατωτερότητας ή ανωτερότητας, που θα τα δεις π.χ. με ογκώδη τατουάζ σταυρούς σε συνδυασμό με τον Τσε Γκεβάρα, πλάι σε πανανθρώπινα ρητά του στυλ “de puta madre”. 

Τούτη την εποχή, το πολιτικό σύστημα, σε ρόλο ιδιοκτήτη, νιώθει ότι απειλείται. Ότι πρόκειται να χάσει την εξουσία του σε χώρους που έως χθες θεωρούσε ιδιοκτησία του. Που δεν επέτρεπε να αμφισβητηθούν τα όριά της, που δεν σε άφηνε να περάσεις ούτε απ' έξω, χωρίς να νιώσεις αυτό που οι αμερικάνοι λένε με βραχνή, μπαρουτοκαπνισμένη φωνή: “get out of my property!”. 

Μετά την ψυχολογική βία που ασκήθηκε για μήνες ολόκληρους κι αφού ο λαός δεν τσίμπησε στα εκβιαστικά διλήμματα και τα σενάρια καταστροφής, ο ιδιοκτήτης βλέπει τα κύμματα της αλλαγής να πλησιάζουν επικίνδυνα τη φωλιά του. Βλέπει ορδές από ανθρώπους ανένταχτους στο σάπιο αυτό σύστημα να θέλουν να το ανατρέψουν, να το κάνουν παρελθόν. Καιρός λοιπόν να ξαμολυθούν τα σκυλιά του τρόμου και του φόβου. Του πανικού. Και με δαγκώματα, αν χρειαστεί.

Πρώτα, θα βάλουμε τα διαφημιστικά σποτ σε μαύρο φόντο, με θλιμμένη μουσική, να θυμίζει requiem for a dream. Δεν θα μείνουμε εκεί όμως. Θα κάνουμε παιδικές φατσούλες τους πρωταγωνιστές του θρίλερ. Ανέκαθεν έκανε ωραία αντίφαση η παιδικότητα με τον τρόμο. Όξυνε τον πόνο, αλλιώς να υποφέρει ενήλικας, αλλιώς το εύθραστο, δροσερό πρόσωπο της νιότης. Θα τα αναγκάσουμε να αναρωτιούνται με σπασμένη φωνούλα “γιατί, κύριε; γιατί;” και ο δάσκαλος θα κομπιάζει βουβός, πνίγοντας τον πόνο του λαού στην καρωτίδα του.

Λίγο μετά, στην εξέλιξη του έργου, θα τονίσουμε τις σκηνές βίας. Βία πολιτική, βία λεκτική, βία σωματική, βία υπερήφανη. Βία που θα αποθεώνεται, θα χειροκροτείται, θα επιβραβεύεται, δεν θα καταδικάζεται ευθέως, θα εμφανίζεται ως “ενδεχόμενη νόμιμη επιλογή”, ως “κατάσταση άμυνας”, ως “βρασμός ψυχικής ορμής”, ως το “μακρύ χέρι του λαού”, που ρίχνει σφαλιάρες σε εκείνους που τόλμησαν να νομίσουν ότι μπορούν να εκφράζουν τη δημοκρατία. Ως το χέρι που διατάσσει το ντόπερμαν να επιτεθεί.

Με τον τρόπο αυτό, θα αποσυντονιστεί πλήρως ο πολίτης από τα ουσιώδη, κυρίαρχα θέματα που τον αφορούν. Καθώς η συνείδηση θα δυσκολεύεται να ανακτήσει την τραυματισμένη κρίση της, ενώ ο πανικός θα διαπερνά το εξαντλημένο από τη φτώχεια σώμα, ο λαός θα καλείται να κάνει την έσχατη υπέρβαση. Θα μπερδεύει τα ένδοξα συνθήματά του για “ψωμί, παιδεία, ελευθερία” με τις κραυγές και τα γαυγίσματα των σκυλιών. Και εκεί, έρχεται η απόλυτη ανατροπή, η κάθαρση, που αποσβολώνει τους θεατές.

Τον ιδιοκτήτη τρώνε τα ίδια του τα σκυλιά.

Ακύρωσέ το, δεν μπορώ να περιμένω!



Θυμάμαι, 8 χρόνια πριν, κατά το σωτήριο έτος 2004, μερικές από τις ατέλειωτες αναλύσεις για το θαύμα της κατάκτησης του EURO από την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου. Μια από αυτές, σε φορτισμένο αλλά ρεαλιστικό ύφος, τόνιζε ότι η ανεπανάληπτη αυτή υπέρβαση είχε όχι μόνο αθλητικά γνωρίσματα αλλά και εθνικά. Ήταν η ολοκλήρωση της ανάγκης ενός λαού να “σηκωθεί λίγο πιο ψηλά”, όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά τότε.  

Εκείνη η παραμυθένια ιστορία της Εθνικής Ελλάδος φέρνει στο νου όχι μόνο τα πανηγύρια και τα στολισμένα από σημαίες μπαλκόνια, αλλά υπενθυμίζει μια σειρά από δεδομένα που βρίσκουν εφαρμογή και στο σήμερα. Η ομάδα εκείνη, ενώ τη θεωρούσαν για χρόνια το μαύρο πρόβατο, τον εύκολο αντίπαλο, το καφενείο της Ευρώπης, ανόρθωσε το ανάστημά της και τα έβαλε με τους ισχυρούς. Με πλάνο, ομοψυχία, σχεδιασμό, πείσμα κι αυταπάρνηση, κυρίως όμως με θάρρος, κατόρθωσε το ακατόρθωτο. Να βρεθεί από τον πάτο στην κορυφή.

Αν κάποιος τολμούσε προ εκείνων των ημερών να διανοηθεί ότι η χώρα μας θα στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης, θα εισέπραττε τα γέλια των υπολοίπων. Ότι αν κοιτούσε στα μάτια τα μεγαθήρια, θα βίωνε τη συντριβή, την πανωλεθρία. Μετέπειτα, όσο οι νικηφόροι αγώνες καταγράφονταν στην ιστορία, οι Έλληνες άρχισαν δειλά-δειλά να πιστεύουν στο “θαύμα”. Το σημαντικότερο, ομονόησαν, άφησαν τις διαχωριστικές τους γραμμές στην άκρη κι επικεντρώθηκαν στον κοινό στόχο. Μέχρι τη μέθη της τελικής στέψης.

 Η χώρα μας, αυτές τις ημέρες, θα δώσει πάλι τη μάχη στον ευρωπαϊκό στίβο, τόσο σε ποδοσφαιρικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Το ταλαιπωρημένο σώμα του λαού μας, προσπαθεί να μαζέψει τις πληγές των μνημονίων και της κρίσης, ανακτά τις δυνάμεις του και προσπαθεί να παλέψει για την αλλαγή των έως τώρα δεδομένων. Αντίπαλοί του πάλι τα μεγαθήρια, οι “ισχυροί” της Ευρώπης και το ΔΝΤ, που χρίζονται φαβορί για την επικράτηση εναντίον μας.

Απέναντι στην πιθανότητα του θαρραλέου αγώνα, της “αντεπίθεσης”, όλοι απειλούν ξανά με επερχόμενες καταστροφές, επιμένοντας πως η χώρα πρέπει να εξακολουθήσει να μένει κρυμμένη στο καβούκι της, αποφεύγοντας απονενοημένα διαβήματα. Πως “δεν μας παίρνει” να βγούμε μπροστά και να ανατρέψουμε τα έως τώρα δεδομένα κι αναπότρεπτα. 

Ετούτη εδώ η χώρα τις τελευταίες εβδομάδες βγαίνει για πρώτη φορά στην επίθεση, ύστερα από χρόνια παθητικής αποδοχής των δήθεν μεταρρυθμιστικών πολιτικών που της επέβαλαν. Και το κάνει αυτό έστω σπασμωδικά, σαν από ένστικτο επιβίωσης, μπροστά στο ζοφερό παρόν και μέλλον που σχεδίασαν για εμάς, χωρίς εμάς. Μετά από το  “κώμα” των αλλεπάλληλων χτυπημάτων, βρίσκει το βηματισμό της πάλι, με θάρρος, με αυτοπεποίθηση. Μακάρι τα συνθήματα της νίκης να συναντηθούν με τη λαϊκή ανατροπή. 

Σκίστε τα μνημόνια σαν σαρδέλες. 

Αναγνώσεις