ΝΕΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ!


Μιας και είχαμε προγραμματικές δηλώσεις, είπαμε να βάλουμε τα καλά μας. Το blog ΤΑ ΚΑΚΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ έγινε επίσημο!


Η σιγή μετά την καταιγίδα





Αυτό ήταν. Μετά την αδυσώπητη, “ιστορικότερη όλων" εκλογική μάχη, που κράτησε κοντά δυο μήνες, μετά τον καταιγισμό πολιτικών αναλύσεων και πονημάτων, επανήλθε η ηρεμία στην καθημερινότητα του τόπου. Έπαυσαν τα πάνελ των ειδικών αναλυτών, των δημοσιογράφων-ανακριτών, των επαναλαμβανόμενων ερωτημάτων και διλημμάτων, που έψαχναν πολυστόχαστα οράματα σε μονολεκτικές απαντήσεις. Καταγγελία ή διαπραγμάτευση; Αυτοδυναμία ή συνεργασία; Μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ; Ευρώ ή Δραχμή; ΕΕ ή Βαλκάνια;

 Βεβαίως, το ουράνιο τόξο που συνήθως ακολουθεί τη βροχή δεν φάνηκε ακόμα, έστω κι αν ο Πρωθυπουργός μας δουλεύει χρόνια για την πολιτική μας άνοιξη. Τι κι αν άνθρωποι βγήκαν στα μπαλκόνια, τι κι αν ψυχές σκαρφάλωσαν μέχρι τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, μήπως και ελπίδα φανεί στον ελληνικό ορίζοντα. Πέφτουν απελπισμένοι στο κενό που έφτιαξε η μεταπολίτευση. “Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται όπως νόμιμα επιδώσει...” έλεγε η έκθεση επιδόσεως για μιαν έξωση που δεν υπογράφηκε ποτέ από τον καθού η απόφαση. Προτίμησε να κρατήσει υπογεγραμμένη την αξιοπρέπειά του και πέταξε ψηλά.

 Αξιοπρέπεια. Ποιος περίμενε ότι η κρίση θα αναδείκνυε νέους όρους, νέα νοήματα, ακόμα και διαβήματα, έστω απονενοημένα. Το “για ένα τριάρι με δύο θέσεις στάθμευσης” έγινε “για ένα κομμάτι ψωμί”, ναι σαν κι εκείνο που λείπει από τους ασθενείς νοσοκομείων και ψυχιατρείων. Δεν μιλάμε πια για φάρμακα, για ενέσεις. Έχουμε διεισδύσει στον πυρήνα του αυτονόητου. Ψηλαφίζουμε τα βασικά στοιχεία της ανθρώπινης υπόστασης. Αυτοκαθοριζόμαστε.

  Γινόμαστε σταδιακά “εκείνο το τρένο που έβλεπε τ' άλλα τρένα να περνούν”. Με ηγέτες κοντόφθαλμους, πολιτικό προσωπικό μπαγιάτικο, “ξαναζεσταμένο”, υπουργούς που παραιτούνται προτού ορκιστούν, διαπραγματευτές που υιοθετώντας την πρακτική των “αγορών” δρουν εδώ και μέρες αόρατα, συσκεπτόμενοι στα εβένινα τραπέζια της Κηφισιάς και της Εκάλης. Σε αυτά άλλωστε στηρίζεται η νομιμοποίησή τους.

 Η Ελλάς με τα μάτια του Άκη βλέπει το μέλλον ημίγυμνη μέσα από της φυλακής τα σίδερα. Τα παιδιά με τα μαύρα σακάκια και τους χαρτοφύλακες ετοιμάζονται πάλι να κάνουν σχεδιαγράμματα και χάρτες στις πλάτες ενός ολόκληρου λαού. Να πουν με στόμφο “έχετε μείνει πίσω”. Για να 'μαστε ειλικρινείς, πάντα πίσω θα μένετε. Σαν τη σκόνη στο ράλλυ του κέρδους. Σκόνη θα μένετε, σκόνη θα γίνεστε.

Ο λαός έστειλε την εντολή για “συνεργασία”. Οι τουρίστες έρχονται ξανά στη χώρα μας. Η Μύκονος επέστρεψε στους γνωστούς της ξέφρενους ρυθμούς. Οι μικροκαταθέτες επιστρέφουν τα μπουγκιά τους στους γκισέδες και ξαναράβουν τα στρώματα. Θα δοθεί χρόνος, “περίοδος χάριτος” η λεγόμενη. Ο τόπος έχει ανάγκη από σταθερότητα. Ο φόβος της δραχμής απομακρύνθηκε.

Εδώ δεν είναι παίξε-γέλασε. Εδώ είναι παίξε, ψήφισε και σώπα.

«Το νέο ΠΑΣΟΚ» και άλλες μπούρδες



Στην Ελλάδα ανέκαθεν τα εντονότερα κοινωνικά ρεύματα κινούνταν γύρω από δύο αντίπαλους πόλους. Φιλελεύθεροι-Εθνικόφρονες, Δημοκράτες-Βασιλικοί, ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός. Ιστορικά, ο «διχασμός» αυτός οδήγησε σε τραγικά αδιέξοδα για τη χώρα, με αποκορύφωση τον Εμφύλιο Πόλεμο, διατηρήθηκε και διογκώθηκε μεταπολιτευτικά, εγκαθιδρύθηκε στα κοινωνικά στρώματα, με αποτέλεσμα οτιδήποτε πέραν του διπόλου να μην έχει παρά ελάχιστη κοινωνική και θεσμική επιρροή.

Μετά τη συντριβή της μεσαίας αστικής τάξης, λόγω της διογκούμενης οικονομικής κρίσης από το 2009 κι εντεύθεν, κι αφού η ψαλίδα ανάμεσα σε εύπορους και άπορους άνοιξε όσο ποτέ, το ως άνω δίπολο τέθηκε εν αμφιβόλω μαζί με τη συνολική λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Επίσης το γεγονός ότι στην κοινωνική κινητικότητα εισήλθαν οι μάζες των νέων γενεών (με γέννηση από έτη 1990 έως 1994) που αγνοούν βιωματικά τις παραστάσεις του δικομματισμού, καθώς και οι ορδές των πρώτων «πτυχιούχων της κρίσης» (ατόμων δηλ. που  μπήκαν στην αγορά εργασίας με το ξέσπασμα της ύφεσης, εξωθούμενοι με το «καλημέρα» στην ανεργία) αναδιάταξε πλήρως την λεγόμενη «κοινωνική διαστρωμάτωση της ψήφου». Το εκλογικό σώμα ανανεώθηκε ριζικά με ψηφοφόρους έως τώρα ανένταχτους στο συνολικό κομματικό σύστημα.

Για αυτούς και πολλούς άλλους λόγους το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών ήταν πρωτοφανές για ολόκληρη την ιστορία των εκλογικών αναμετρήσεων της Ελλάδος. Η επτακομματική Βουλή και η εξαφάνιση ποσοστών επιπέδου 40% από το πρώτο κόμμα καταδεικνύει ότι η νέα ελληνική κοινωνία γεννά διαφορετικές, ετερόκλιτες πολιτικές τάσεις, που κατ’ ουσίαν συνιστούν το «μοίρασμα» της πάλαι ποτέ μεσαίας αστικής τάξης προς πάσα κατεύθυνση. Ακόμα πρέπει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά αναδείχθηκαν τόσο πολύ εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Οικολόγοι-Πράσινοι, Δράση κλπ) αλλά και «αντικοινοβουλευτικές» δυνάμεις (ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ), κάνοντας τη διανομή της λαϊκής αντιπροσώπευσης ακόμα ευρύτερη.

Παρά ταύτα, επικοινωνιακά κυρίως, και με την προσπάθεια να ικανοποιηθεί η ανάγκη για τα γνωστά δίπολα, παρατηρούμε την απλοϊκή διαπίστωση ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τίποτε άλλο παρά το νέο ΠΑΣΟΚ». Το συμπέρασμα αυτό, πέραν του ότι επιχειρεί να στιγματίσει ιδεολογικά και πολιτικά τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγεί εσκεμμένα σε περιχαράκωση και αλλοίωση των πραγματικών λαϊκών αιτημάτων, που εκτόξευσαν ένα κίνημα (γιατί περί αυτού πρόκειται) από το 4% στο σχεδόν 30% (!) μέσα σε λίγους μόλις μήνες.

Κατ’ αρχήν, το ΠΑΣΟΚ υπάρχει και παρά τη συντριπτική εκλογική του ήττα, σε συνθήκες έντονης αποχής, διατήρησε την εκλογική του βάση, με περίπου 750.000 ψηφοφόρους, ποσότητα διόλου ευκαταφρόνητη, οδηγώντας μάλιστα το κόμμα πάλι σε θέσεις εξουσίας μέσω της συγκυβέρνησης. Η εκλογική δυναμική του ΠΑΣΟΚ του 2009 (3.000.000 ψηφοφόροι) μοιράστηκε πολύ ευρύτερα και δεν οδηγήθηκε σε αυστηρή μετατόπιση στο ΣΥΡΙΖΑ, που συγκέντρωσε 1.600.000 ψήφους, ο οποίος εισέπραξε κατά βάση ψηφοφόρους από το ΚΚΕ και άλλες «καθαρόαιμες» αριστερές δυνάμεις που συσπειρώθηκαν γύρω από αυτόν.  

       Όλο αυτό βέβαια δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια για την «ενοχοποίηση της ψήφου». Το πολιτικό σύστημα, απροετοίμαστο για το «σεισμό» που το βρήκε, επιχειρεί να δικαιολογήσει με όρους προσιτούς σε αυτό ένα φαινόμενο που έχει πολύ βαθύτερη ερμηνεία και ανάλυση. «Το νέο ΠΑΣΟΚ», «Λεφτά Υπάρχουν Νο2», «Οι Βολεμένοι Έλληνες πάνε στο ΣΥΡΙΖΑ», όταν διαπιστωμένα και με επιστημονικά ευρήματα η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι νέοι, άνεργοι κι εξαθλιωμένοι.

            Δικαιολογίες του πολιτικά νεκρού που διατηρείται στη ζωή με σωληνάκια συνδεδεμένα με τα ΜΜΕ της διαπλοκής.

Το δυναμωμένο αριστερό χέρι



Έχουμε συνηθίσει να αποθεώνεται το δεξί χέρι ως το δυνατότερο άκρο του ανθρώπινου σώματος, με τους αριστερόχειρες να αποτελούν τη μειοψηφία. Εν γένει, στους περισσότερους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας και συμπεριφοράς η δεξιά κατεύθυνση λογίζεται ως η «ορθότερη», η «γούρικη», η πιο «αποδοτική». Πόσο συχνά ακούγεται από όλους μας η φράση «εύχομαι να σου πάνε όλα δεξιά» ή «με το δεξί!» ή δεν διδαχτήκαμε το «ο Ιησούς κάθισε εκ δεξιών του Θεού Πατρός»;

Η παραπάνω αντίληψη εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες και σε πολιτικό επίπεδο. Η ασκούμενη πολιτική δεξιάς αντίληψης, με όλες τις εκφάνσεις της (κεντροδεξιά, λαϊκή δεξιά, άκρα δεξιά κλπ) δεν καθορίζεται πια μόνο από τις θέσεις των βουλευτικών εδράνων και τη χωροταξία τους εντός των βουλευτηρίων. Αντιθέτως, ο βασικός ιδεολογικός πυρήνας αυτής είναι η περαιτέρω ενδυνάμωση των ήδη ισχυρών μελών της ανθρώπινης κοινωνίας, των προνομιούχων, των εκ φύσεως και εκ θέσεως ευνοημένων. Των «δεξιών χεριών».

Από την άλλη, ιστορικά έχει διαπιστωθεί κι αναγνωριστεί ότι οι μεγαλύτερες κατακτήσεις κι ανατροπές των ανθρώπων προήλθαν από την «αναστάτωση» που προκαλούσαν ανέκαθεν στις κυβερνήσεις οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις. Απόδειξη αυτού είναι και το ότι η αριστερά αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν ως το «ανορθόδοξο», το «αιρετικό», το «ακραίο», ως αυτό που πρέπει ως κοινωνική τάση να «καθυποταχθεί». Όπως το αριστερό χέρι «αντιμάχεται» το προνομιούχο δεξί, έτσι και στην πολιτική εξουσία η διαπάλη αυτή έχει επιφέρει τα ανάλογα ιστορικά αποτελέσματα.

Στις μέρες μας και μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου είναι πλέον σαφές ότι ο λαός αποφάσισε να ενδυναμώσει ριζικά το αριστερό του χέρι. Απέναντι στη δεξιά και συντηρητική Ευρώπη, η πολιτική της οποίας εφαρμόζεται κατά κόρον επί της Ελλάδος, ενάντια στους «ορθούς κι ενδεδειγμένους δρόμους» το λαϊκό αισθητήριο έδειξε ταχύτατα αντανακλαστικά, ψηφίζοντας μεν κυβέρνηση δεξιάς αλλά με τη ριζοσπαστική αριστερά να βρίσκεται πια όχι στα γόνατα αλλά στο σβέρκο της.

Η λαϊκή αυτή εντολή επιβάλλεται και τώρα που η δεξιά συγκυβέρνηση (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) ενώ σχηματίζει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία επιζητεί με αγωνία την επικύρωσή της πρωτίστως από μια δύναμη αριστεράς, όπως είναι αυτή της ΔΗΜΑΡ. Είτε ως άλλοθι, είτε ως στρογγύλεμα των επερχόμενων μέτρων, είτε ως «ικανοποίηση της αριστερής τάσης», οι δυνάμεις αυτές είναι πια αναγκασμένες να βάλουν και το αριστερό πρόσημο στην ασκούμενη πολιτική τους.

Βεβαίως η ενδυνάμωση της αριστερής αντίληψης είχε ξεκινήσει πολύ πριν τις πρόσφατες εθνικές εκλογές, εντός της ελληνικής κοινωνίας και των δραμάτων που βιώνει, διαμορφώνοντας την ατζέντα εντελώς ριζοσπαστικά. Οι όροι «επαναδιαπραγμάτευση», «απαγκίστρωση», «αποδέσμευση», «χαλάρωση του μνημονίου» εμφανίστηκαν μόνο όταν το «αριστερό χέρι» χτύπησε με θυμό το τραπέζι της πολιτικής εξουσίας, όταν υπενθύμισε την ύπαρξή του, όταν συσπείρωσε τα δάκτυλά του, που το εκτόξευσαν σε εκατομμύρια γροθιές.

            Πέρα από τα χέρια όμως, αυτό που θα χτυπάει ανέκαθεν στα αριστερά είναι η καρδιά.

Κι ύστερα ήρθαν τα ντόπερμαν



Από μικρός θυμάμαι τη φοβερή θέα ενός σκύλου ντόπερμαν. Με το που πλησίαζα την ιδιοκτησία κάποιου, βλέποντας το τετράποδο με τα δολοφονικά ένστικτα να ουρλιάζει, μου προκαλούσε φόβο και δέος μαζί. Επίσης, τις περισσότερες φορές τα ντόπερμαν ανήκαν σε κάτι τύπους που σήμερα ορίζονται ως “κάγκουρες”, δηλαδή με ελάχιστη κοινωνική παιδεία αλλά με μεγάλη ιδεά για τον εαυτό τους, με σαφή σύνδρομα κατωτερότητας ή ανωτερότητας, που θα τα δεις π.χ. με ογκώδη τατουάζ σταυρούς σε συνδυασμό με τον Τσε Γκεβάρα, πλάι σε πανανθρώπινα ρητά του στυλ “de puta madre”. 

Τούτη την εποχή, το πολιτικό σύστημα, σε ρόλο ιδιοκτήτη, νιώθει ότι απειλείται. Ότι πρόκειται να χάσει την εξουσία του σε χώρους που έως χθες θεωρούσε ιδιοκτησία του. Που δεν επέτρεπε να αμφισβητηθούν τα όριά της, που δεν σε άφηνε να περάσεις ούτε απ' έξω, χωρίς να νιώσεις αυτό που οι αμερικάνοι λένε με βραχνή, μπαρουτοκαπνισμένη φωνή: “get out of my property!”. 

Μετά την ψυχολογική βία που ασκήθηκε για μήνες ολόκληρους κι αφού ο λαός δεν τσίμπησε στα εκβιαστικά διλήμματα και τα σενάρια καταστροφής, ο ιδιοκτήτης βλέπει τα κύμματα της αλλαγής να πλησιάζουν επικίνδυνα τη φωλιά του. Βλέπει ορδές από ανθρώπους ανένταχτους στο σάπιο αυτό σύστημα να θέλουν να το ανατρέψουν, να το κάνουν παρελθόν. Καιρός λοιπόν να ξαμολυθούν τα σκυλιά του τρόμου και του φόβου. Του πανικού. Και με δαγκώματα, αν χρειαστεί.

Πρώτα, θα βάλουμε τα διαφημιστικά σποτ σε μαύρο φόντο, με θλιμμένη μουσική, να θυμίζει requiem for a dream. Δεν θα μείνουμε εκεί όμως. Θα κάνουμε παιδικές φατσούλες τους πρωταγωνιστές του θρίλερ. Ανέκαθεν έκανε ωραία αντίφαση η παιδικότητα με τον τρόμο. Όξυνε τον πόνο, αλλιώς να υποφέρει ενήλικας, αλλιώς το εύθραστο, δροσερό πρόσωπο της νιότης. Θα τα αναγκάσουμε να αναρωτιούνται με σπασμένη φωνούλα “γιατί, κύριε; γιατί;” και ο δάσκαλος θα κομπιάζει βουβός, πνίγοντας τον πόνο του λαού στην καρωτίδα του.

Λίγο μετά, στην εξέλιξη του έργου, θα τονίσουμε τις σκηνές βίας. Βία πολιτική, βία λεκτική, βία σωματική, βία υπερήφανη. Βία που θα αποθεώνεται, θα χειροκροτείται, θα επιβραβεύεται, δεν θα καταδικάζεται ευθέως, θα εμφανίζεται ως “ενδεχόμενη νόμιμη επιλογή”, ως “κατάσταση άμυνας”, ως “βρασμός ψυχικής ορμής”, ως το “μακρύ χέρι του λαού”, που ρίχνει σφαλιάρες σε εκείνους που τόλμησαν να νομίσουν ότι μπορούν να εκφράζουν τη δημοκρατία. Ως το χέρι που διατάσσει το ντόπερμαν να επιτεθεί.

Με τον τρόπο αυτό, θα αποσυντονιστεί πλήρως ο πολίτης από τα ουσιώδη, κυρίαρχα θέματα που τον αφορούν. Καθώς η συνείδηση θα δυσκολεύεται να ανακτήσει την τραυματισμένη κρίση της, ενώ ο πανικός θα διαπερνά το εξαντλημένο από τη φτώχεια σώμα, ο λαός θα καλείται να κάνει την έσχατη υπέρβαση. Θα μπερδεύει τα ένδοξα συνθήματά του για “ψωμί, παιδεία, ελευθερία” με τις κραυγές και τα γαυγίσματα των σκυλιών. Και εκεί, έρχεται η απόλυτη ανατροπή, η κάθαρση, που αποσβολώνει τους θεατές.

Τον ιδιοκτήτη τρώνε τα ίδια του τα σκυλιά.

Ακύρωσέ το, δεν μπορώ να περιμένω!



Θυμάμαι, 8 χρόνια πριν, κατά το σωτήριο έτος 2004, μερικές από τις ατέλειωτες αναλύσεις για το θαύμα της κατάκτησης του EURO από την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου. Μια από αυτές, σε φορτισμένο αλλά ρεαλιστικό ύφος, τόνιζε ότι η ανεπανάληπτη αυτή υπέρβαση είχε όχι μόνο αθλητικά γνωρίσματα αλλά και εθνικά. Ήταν η ολοκλήρωση της ανάγκης ενός λαού να “σηκωθεί λίγο πιο ψηλά”, όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά τότε.  

Εκείνη η παραμυθένια ιστορία της Εθνικής Ελλάδος φέρνει στο νου όχι μόνο τα πανηγύρια και τα στολισμένα από σημαίες μπαλκόνια, αλλά υπενθυμίζει μια σειρά από δεδομένα που βρίσκουν εφαρμογή και στο σήμερα. Η ομάδα εκείνη, ενώ τη θεωρούσαν για χρόνια το μαύρο πρόβατο, τον εύκολο αντίπαλο, το καφενείο της Ευρώπης, ανόρθωσε το ανάστημά της και τα έβαλε με τους ισχυρούς. Με πλάνο, ομοψυχία, σχεδιασμό, πείσμα κι αυταπάρνηση, κυρίως όμως με θάρρος, κατόρθωσε το ακατόρθωτο. Να βρεθεί από τον πάτο στην κορυφή.

Αν κάποιος τολμούσε προ εκείνων των ημερών να διανοηθεί ότι η χώρα μας θα στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης, θα εισέπραττε τα γέλια των υπολοίπων. Ότι αν κοιτούσε στα μάτια τα μεγαθήρια, θα βίωνε τη συντριβή, την πανωλεθρία. Μετέπειτα, όσο οι νικηφόροι αγώνες καταγράφονταν στην ιστορία, οι Έλληνες άρχισαν δειλά-δειλά να πιστεύουν στο “θαύμα”. Το σημαντικότερο, ομονόησαν, άφησαν τις διαχωριστικές τους γραμμές στην άκρη κι επικεντρώθηκαν στον κοινό στόχο. Μέχρι τη μέθη της τελικής στέψης.

 Η χώρα μας, αυτές τις ημέρες, θα δώσει πάλι τη μάχη στον ευρωπαϊκό στίβο, τόσο σε ποδοσφαιρικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Το ταλαιπωρημένο σώμα του λαού μας, προσπαθεί να μαζέψει τις πληγές των μνημονίων και της κρίσης, ανακτά τις δυνάμεις του και προσπαθεί να παλέψει για την αλλαγή των έως τώρα δεδομένων. Αντίπαλοί του πάλι τα μεγαθήρια, οι “ισχυροί” της Ευρώπης και το ΔΝΤ, που χρίζονται φαβορί για την επικράτηση εναντίον μας.

Απέναντι στην πιθανότητα του θαρραλέου αγώνα, της “αντεπίθεσης”, όλοι απειλούν ξανά με επερχόμενες καταστροφές, επιμένοντας πως η χώρα πρέπει να εξακολουθήσει να μένει κρυμμένη στο καβούκι της, αποφεύγοντας απονενοημένα διαβήματα. Πως “δεν μας παίρνει” να βγούμε μπροστά και να ανατρέψουμε τα έως τώρα δεδομένα κι αναπότρεπτα. 

Ετούτη εδώ η χώρα τις τελευταίες εβδομάδες βγαίνει για πρώτη φορά στην επίθεση, ύστερα από χρόνια παθητικής αποδοχής των δήθεν μεταρρυθμιστικών πολιτικών που της επέβαλαν. Και το κάνει αυτό έστω σπασμωδικά, σαν από ένστικτο επιβίωσης, μπροστά στο ζοφερό παρόν και μέλλον που σχεδίασαν για εμάς, χωρίς εμάς. Μετά από το  “κώμα” των αλλεπάλληλων χτυπημάτων, βρίσκει το βηματισμό της πάλι, με θάρρος, με αυτοπεποίθηση. Μακάρι τα συνθήματα της νίκης να συναντηθούν με τη λαϊκή ανατροπή. 

Σκίστε τα μνημόνια σαν σαρδέλες. 

Πρώτη κατάθεσις “δραχμαί τριάντα”


Ο Κ. Καρυωτάκης, ως τεράστιο ποιητικό μέγεθος, κατάφερε να αποτυπώσει σε τέσσερις μόλις λέξεις την ψυχοσύνθεση ενός ολόκληρου λαού, στο ποίημά του “Πρέβεζα”. Εδώ κι 200 σχεδόν χρόνια το άγχος του νεοέλληνα (εκ του νέου ελληνικού Κράτους – ήδη από 1830) ήταν το “μπουγκί”, η αγωνία της αποταμιεύσεως, της ενισχύσεως του ατομικού εισοδήματος “για ώρα ανάγκης”, κατά το κοινώς λεγόμενον. 

 Και αυτό διότι η Ελλάς έχει ενσωματώσει στο ιστορικό της DNA το φόβο της συλλογικής και ατομικής πτωχεύσεως. Με αρχή το πρώτο μνημόνιο του υπό σύσταση ελληνικού Κράτους, τα πρώτα δανεικά για τα έξοδα της ελληνικής επανάστασης από την Τρόικα εκείνης της εποχής. Μετά, στα ύστερα χρόνια, τα δανεικά απέκτησαν μανδύα “επιχορήγησης” και διάφορα άλλα ονόματα. Ντελόρ, Ε.Ε., ΟΝΕ, ΕΣΠΑ, ΔΝΤ. Όλα με τελική αναφορά τη στήριξη του τραπεζικού και εν γένει χρηματοπιστωτικού συστήματος. 

 Αν παρακολουθήσει κανείς τα ελληνικά δελτία ειδήσεων, λ.χ. του 1990, θαρρεί πως τίποτε δεν έχει αλλάξει, οι όροι είναι σχεδόν ταυτόσημοι. Κρίση, ύφεση, πληθωρισμός, ανάπτυξη. Κι όντως “ανάπτυξη” υπήρξε. Οι διαφορές από δεκαετία σε δεκαετία στον τρόπο ζωής του ελληνικού λαού είναι σαρωτικές. Το ερώτημα όμως είναι αν αυτή η ανάπτυξη ήταν όντως ανθρωποκεντρική ή ένας καλά μελετημένος μοχλός ανατροφοδοσίας των κερδών των ισχυρών οικονομικών παραγόντων.

  Οι “αγορές”. Ένας όρος που έκανε την εμφάνισή του -τυχαία;- με την έναρξη της νεώτερης ελληνικής κρίσης τα τελευταία χρόνια. Απρόσωπα, ανέλεγκτα, αδιευκρίνιστα χαρακτηριστικά του ποιος πράγματι κρύβεται πίσω από τις  “αγορές”, τις σχεδόν αόρατες εκείνες δυνάμεις δηλαδή που επιτίθενται σε κράτη, ρημάζουν τα ομόλογά τους, εξαθλιώνουν το λαό και τζογάρουν για το ποιος θα πτωχεύσει πρώτος.  

 Σήμερα πια, η ψυχολογία ενός ολόκληρου λαού βαδίζει πάλι πάνω στο τεντωμένο σχοινί ενός διλήμματος που αφορά το νόμισμά του. Η επιτυχία των “αγορών” είναι να αναγκάζουν τους πολίτες να λένε αυθορμήτως σε ποσοστό 80% “ΝΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩ”, την ώρα που οι ίδιοι αυτοί πολίτες ψάχνουν στα σκουπίδια των λαϊκών αγορών για τα περισσεύματα της τροφής τους. 

Τις πταίει, λοιπόν; Είναι ένδειξη μαζοχισμού η στάση των Ελλήνων που παρά την 7% ύφεση, την 23% ανεργία, την 25% πτώση του ατομικού εισοδήματος, συνεχίζουν να επιθυμούν το “μαστίγωμά” τους; Που ανέχονται την κάθε κ.κ. Λαγκάρντ να τους απευθύνεται με ύφος του στυλ “ήρθε η ώρα να πληρώσετε”;

Προφανώς και όχι. Η παντελής αποτυχία του ελληνικού Κράτους ανά τις δεκαετίες να πείσει τον πολίτη για τις “αγνές προθέσεις” του, τα περιστατικά της απόλυτης διαφθοράς, της Βίκυς Σταμάτη και των καναπέδων της, υπενθυμίζουν τον καταναλωτισμό που του πήραν απ' τα χέρια, βυθίζοντας τη σκέψη σε μελαγχολία, σε θολότητα. Μακάρι ο λαός να αλλάξει τα γεγονότα, το ρου, τη διατύπωση της ιστορίας που μας δίδαξαν ως "ορθή".

Ευτυχώς, επτωχεύσαμεν.

Από Αλέξη σε Αλέξη




Η χώρα μου δεν άλλαξε την 6η Μαΐου. Όχι. Άλλαξε την 6η Δεκεμβρίου, πριν τρία και κάτι χρόνια, τότε που ασχολούμασταν με έναν άλλο Αλέξη, που αν και αμούστακο παιδί, έπεφτε νεκρό από τη χρυσαυγίτικη σφαίρα ενός "ειδικού φρουρού". Ήταν τότε που το ρήγμα της ελληνικής κοινωνίας αναδείχθηκε, ήταν τότε που η κοχλάζουσα κοινωνική ανησυχία άρχισε να πετάει τις πρώτες της σπίθες λαμπαδιάζοντας μέχρι και το χριστουγεννιάτικο δέντρο της Αθήνας.

Από εκείνη τη μοναδική στιγμή απλώθηκε άλλος αέρας πάνω από την πόλη. Λες κι η ιστορία έψαχνε την αφορμή της για να τονίσει τις αιτίες των επερχόμενων γεγονότων. Διότι έκτοτε η χώρα μου άλλαζε καθημερινά πρόσωπο, περιεχόμενο, ανάγκες, αλήθειες, ψέμματα.

Κι ύστερα ήρθαν οι αγέλαστοι τύποι με τα μαύρα σακάκια και τους χαρτοφύλακες, κουβαλώντας, λέει, τη "διάσωση της χώρας" στις βαλίτσες τους. Μας συστήθηκαν ως "Τρόικα", μια λέξη που τη δεχτήκαμε ως έχει, αγνοώντας τη σημασία της. Όπως ακριβώς δεχτήκαμε και τα "πακέτα των μεταρρυθμίσεων" που εγκατέστησαν στην αγορά, το μυαλό, τη νοοτροπία μας. Διότι, πάνω απ' όλα, είπαν, έπρεπε να "μεταρρυθμιστεί" η νοοτροπία μας.

Μετά ήρθε η μπόχα. Όπως όταν έχεις για χρόνια συσσωρεύσει σκουπίδια στο υπόγειο κι έρχεται η ώρα να καθαρίσεις. Αποτυπώθηκε στη χώρα η βρωμιά από τα λερωμένα χέρια των εκφραστών της "μεταπολίτευσης". Σκάνδαλα, εκπομπές, διάσωση, δικαιοσύνη, διαφθορά, μαύρο χρήμα, μίζες, μαζί τα φάγαμε, χρεωκοπία, λαμόγια Έλληνες, τεμπέληδες Έλληνες. Η χώρα μου έγινε πρωτοσέλιδο εφημερίδας, βουτηγμένο στο μαύρο μελάνι και τους παχυλούς τίτλους. 

Πλάι στο μαύρο, πέταξαν χρώματα ελπίδας. Ανάπτυξη, τομές, ανταγωνιστικότητα. "Η Ελλάδα θα βγει στις αγορές" είπαν, σαν τη νοικοκυρά που της απαγορεύεται να πάει προς το παρόν στο μπακάλικο κι ας κινδυνεύει να ψοφήσει της πείνας. Ελπίδα και εμπόριο, εμπόριο ελπίδας.

Στη γειτονιά μου τα πρόσωπα άρχισαν να χάνουν την άλλοτε ζωηρή, "μεσογειακή" εκφραστικότητά τους. Οι καλημέρες λιγόστεψαν, τσέπη και ηθικό αδειανά, όνειρα μετέωρα, μεταναστευτικά, σε μια κοινωνία που η "μεταρρύθμισή" της ήταν τοίχοι, στρατόπεδα συγκέντρωσης και ιερόδουλες οροθετικές. Παιδιά που γυρίσαν στα πατρικά τους, δάσκαλοι που είδαν τους μαθητές τους να λιποθυμούν για μια τυρόπιτα, ξαδέρφια που έκρυψαν το πρόσωπό τους ψάχνοντας στους κάδους τα υπολείμματα της "Αναπτυγμένης Ελλάδας της Ευρωπαϊκής Οικογένειας".

Μνημόνιο 1, Μνημόνιο 2, Ζάπειο 1, 2, 3, εμπρός μαρς, Έλληνες, ένα-δύο, εν-δυο, εν-δυο, εν-δυο, προοοοσοχή! Η μεταρρύθμιση δεν έπιασε. Είστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως. Συρρικνώνεστε. Δεν εφαρμόζετε. Δεν είστε αξιόπιστοι. Δάνειο 1, Δάνειο 2, κούρεμα, Ελλάδα ομολόγα τα ομόλογά σου, ύφεση, κοινωνική εξαθλίωση, ανεργία, ευρώ, δραχμή, μούντζες αγανακτισμένες.

Πίσω από τις λέξεις κρυβόταν από την αρχή εκείνος ο Αλέξης.

Θα σου κόψω την κοτσίδα!



Είναι γνωστό ότι έχει θεματάκια η ελληνική κοινωνία. Θυμάμαι στις καταλήψεις του 1998 να έρχονται αγανακτισμένοι (σ.σ.: άλλοι εκείνοι) γονείς στις συνελεύσεις του δεκαπενταμελούς εν όψει καταλήψεων και καταγγελίας της σύμβασης για την Παιδεία και να μας απειλούν ευθαρσώς και χωρίς ίχνος αλτρουισμού: “θα φέρουμε ψαλίδια και θα σας κόψουμε τις κοτσίδες”! 

Μετά, όταν διαπίστωναν ότι δεν ασχολούμασταν μόνο με την κώμμη μας, αλλά είχαμε έντονη συμμετοχή μαθητών ανακάλυπταν ποινικά αδικήματα: “γνωρίζουμε ότι εδώ μέσα διακινούνται ναρκωτικά”. Από το κυλικείο μέχρι το γυμναστήριο γίνοντουσαν τρελά νταλαβέρια είναι η αλήθεια, μεγαλοποσότητες μπαγιάτικης τυρόπιτας καθημερινά. Δεν θα ξεχάσω πάλι την πατρική παρότρυνση ενός γονιού (σ.σ. από το “ο γονής”) στα κάγκελα του Λυκείου: “σε παρακαλώ, σε ξέρω από μικρό, σε λένε κωλόπαιδο, τερμάτισε την κατάληψη, στενοχωριέμαι”. Η κάταληψη συνεχίστηκε, ο “πατέρας” εκόψε να μου χαρίζει ακόμα και την καλημέρα του. 

Στο μπαράζ αυτό των διαδοχικών διπλωματικών πιέσεων που δεχόταν η χώρα του σχολειού μας, ήρθε το επόμενο χτύπημα από τον ίδιο το Λυκειάρχη: “Αν λήξεις την κατάληψη, θα σε αναφέρω στο μέλλον ως τον πιο ένδοξο πρόεδρο δεκαπενταμελούς του Λυκείου μας”. Κολοκοτρώνης εγώ δεν γίνομαι, καθηγητά μου. Ο λαός θα ψηφίσει και θα πει κι αυτό που θα πει θα γίνει του είχα πει εν μέσω πυρετού διαπραγματεύσεων υπό καθεστώς απειλής ότι θα διακοπεί η τροφοδοσία του κυλικείου μαζί με την επικείμενη πενταήμερη στη Σαλονίκη. Όταν δε εθεάθησαν καθηγητές να έχουν περιπέσει στην χαρτοπαιξία μετά των μαθητάς των, επήλθε οριστική ρήξη με την Τρόικα της Σχολικής Επιτροπής και καταλάβανε ότι αν και παιδιά, δεν παίζαμε.

  Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών επαναφέρουν στη μνήμη μου τις εποχές εκείνες. Πολλοί από τους παραπάνω ρόλους έχουν υιοθετηθεί από τα τα πρόσωπα και τους πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής του τόπου. Η Τρόικα, η κατάληψη-καταγγελία του μνημονιακού χώρου, η απειλή της πτώχευσης, της οριστικής πείνας, τα διπλωματικά χτυπήματα, και βεβαίως η αφίσα του Τσίπρα που ξετρύπωσαν τα λαγωνικά των ΜΜΕ, από το μαρτυρικό '91, με τι άλλο, με κοτσίδα! 

Ο φόβος της επανάστασης, της ανατροπής των κατεστημένων, η θολούρα που προσπαθούν άπαντες οι προσκυνημένοι να ρίξουν στα νερά και τη σκέψη του κοσμάκη, οι “επιπολαιότητες”  και οι “τσάμπα μάγκες”, η “μεταφορά της κατάληψης λυκείου στην πολιτική σκηνή του τόπου”, όπως ειπώθηκε, οι επαναλαμβανόμενες απειλές. Όλες δηλαδή οι συνιστώσες ενός συστήματος που σπαρταρά κατά το θάνατό του, με την ελπίδα, όπως λένε οι “γιατροί”, να ανακάμψει, ενώ όλοι οι τεθλιμμένοι συγγενείς ξέρουν καλά κατά βάθος πως πρόκειται απλά για την έσχατη, τελευταία του “έκλαμψη” πριν ξεψυχήσει. 

Ο λαός έχει αποσυνδέσει το μηχάνημα εδώ και καιρό.
Ας γίνει ο θανατός τους, η ζωή μας.

Το ξήλωμα του παραβάν



Και ξαφνικά έγινε κοινό μυστικό. Το έβλεπες στη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις του κόσμου. Λες κι έψαχναν ένα «αποκούμπι» άμυνας απέναντι στην αδηφάγο και ανεξέλεγκτη κρίση. Πρώτα οι «αγανακτισμένοι». Μετά, προσωπικότητες του πνευματικού και ακαδημαϊκού περιβάλλοντος που βγήκαν μπροστά. Όλοι μαζί στην αναζήτηση ενός νέου πολιτικού φορέα που θα έδειχνε έναν διαφορετικό δρόμο, που θα αμφισβητούσε με δημιουργικές προτάσεις (και όχι με στείρα άρνηση) πολλά από τα «δεδομένα» των καιρών.
  
  Μέχρι που φτάσαμε στις εκλογές της 6ης Μαΐου. Σε πηγαδάκια συζητήσεων, ιδίως ανάμεσα στους νέους της χώρας, το ερώτημα κυριαρχούσε: «τι θα ψηφίσεις;». Από τη μια τα πάρα πολλά υποψήφια κόμματα αλλά κι η απουσία ορατού, «ξεκάθαρου» πλάνου εξουσίας, ενέτεινε τον προβληματισμό. Παράλληλα, οι πολίτες άρχισαν δειλά-δειλά να θέτουν επί τάπητος την ευκαιρία να σταλούν πολλαπλά μηνύματα, που δεν θα περιοριστούν στην απλή ανάδειξη συνδυασμών και βουλευτών.  

  Κάπου εκεί, ο ένας μετά τον άλλο αποφάσισαν να αποκαλυφθούν. "Στηρίζω ΣΥ.ΡΙΖ.Α.". Κι έχει σημασία το ρήμα "ΣΤΗΡΙΖΩ". Ο κόσμος ήθελε να αλληλοστηριχθεί, αναζητούσε συμμαχίες, συντροφιές, δίχως διακρίσεις και περαιτέρω κριτήρια. Λες και προέκυψε αυθόρμητα η επιλογή αυτή, δίχως οργανωμένα προεκλογικά πολιτικά κέντρα που μέχρι χτες επιστράτευαν μηχανισμούς «κομματικής νουθεσίας» των πολιτών και δη των αναποφάσιστων.

  Το «νέο». Πολιτικά, προγραμματικά, ηλικιακά. Ο κόσμος δεν απαιτούσε βεβαίως την κλασσική «ανανέωση» που έχουμε συνηθίσει να ακούμε από την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου. Αντιθέτως, υπονοούσε τη «νέα ημέρα», εκείνη που ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ δεν θα χαρακτηρίζεται από θλιμμένα πρόσωπα στο δρόμο, από άστεγους, ανέργους, απελπισμένους ανθρώπους. Αυτή η λαϊκή ανάγκη δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου μελετημένου κομματικού προγράμματος. Ήταν σχεδόν το αυτονόητο. Ήταν ο «άλλος» μονόδρομος.

Πυρήνας αυτής της δυναμικής ήταν ο επανακαθορισμός των έως τώρα «θέσφατων». Ευρώ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Μνημόνια, Χρηματαγορές, Θώκοι, Μονοκομματικές Κυβερνήσεις Σταθερότητας. Όλα αυτά «συγκλονίζονταν» από λαϊκές μάζες εκ βάθρων εδώ και καιρό. Ήταν η στιγμή που ο λαός άρχισε να διαπιστώνει ότι μπορεί να θέτει εκείνος πρώτος τα διλήμματα και τις απαντήσεις παρά το αντίστροφο.

Ακόμα κι η έννοια της «Αριστεράς» επανακαθορίστηκε αναγκαστικά, ταυτιζόμενη πλέον με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και μετέπειτα με όλα τα υπόλοιπα που τη νοηματοδοτούν (κοινωνικό κράτος, οικολογία, αναδιανομή πλούτου κλπ). Οι πολίτες αναζητούσαν τη χαμένη τους ατομική, κοινωνική, οικονομική, εθνική αξιοπρέπεια. Κι είχαν χαράξει το δρόμο της επιλογής τους πριν στηθούν οι κάλπες.

  Έτσι, λαός και ΣΥ.ΡΙΖ.Α. συναντήθηκαν στο παραβάν.
  Και συμφώνησαν να το ξηλώσουν μαζί με το πολιτικό σύστημα.

Η κυριαρχία της κυριαρχίας


Κατά τη θεωρία του Συνταγματικού Δικαίου, έχει από καιρό διατυπωθεί ότι οι δύο βασικοί πυλώνες ενάσκησης της κρατικής κυριαρχίας είναι οι εξής: 1. ο στρατός και 2. η κοπή νομίσματος. Βεβαίως αν αναλύσουμε περαιτέρω την κρατική (κι εθνική) κυριαρχία ως πολιτειακό φαινόμενο θα δούμε περισσότερα παραδείγματα, κατά τα οποία ο λαός ως συντεταγμένη και οργανωμένη εξουσία (Κράτος) επιβάλλει τη θέλησή του.

Όταν, πριν από περίπου δέκα χρόνια, ο τότε Πρωθυπουργός με το νυν Πρωθυπουργό της χώρας, κραδαίνοντας μερικά πεντακοσάευρα, εν μέσω πανηγυρισμών για την ένταξή μας στην Ο.Ν.Ε., διατυμπάνιζαν τα οφέλη του νέου νομίσματος, “λησμόνησαν” να εξηγήσουν πως με αυτή τους την επιλογή εκχωρούσαν ήδη ένα σημαντικότατο κομμάτι κρατικής κυριαρχίας στην Ε.Ε.

Τυχαίο δεν είναι και το γεγονός ότι κατόπιν της εφευρέσεως του ευρώ επιχειρήθηκε η σύσταση του λεγόμενου “ευρωστρατού”, ως το επόμενο κομβικό βήμα για την ολοκλήρωση της αφαίρεσης των κυριότερων κυριαρχικών εξουσιών από τα κράτη-μέλη.

Επειδή τις ημέρες αυτές λοιπόν πολύς λόγος γίνεται σχετικά με την αφαίρεση της κρατικής μας κυριαρχίας κατόπιν των όσων συμφωνήθηκαν στα αλλεπάλληλα μνημόνια, χρήσιμο είναι να δούμε αν έχουμε προ πολλού αποδεχτεί την αφαίρεση των περισσοτέρων των εξουσιών μας, με μόνη την ιδιότητά μας, ως κράτους-μέλους της Ε.Ε.

Διότι, πέραν των ως άνω βασικών αξόνων (νόμισμα, στρατός), είδαμε στην πράξη λ.χ. την καθολική επικράτηση του Ευρωπαϊκού Δικαίου έναντι του Εθνικού, με νόμους και διοικητικές πράξεις που πρέπει πρωτίστως να συμμορφώνονται στο υπέρτερο δίκαιο της Ε.Ε. και μετέπειτα να αποτελούν προϊόν της λαϊκής βούλησης των Ελλήνων. Αν αυτό δεν είναι αφαίρεση κρατικής κυριαρχίας, τότε τι είναι;

Επιπλέον, αν και πρόσφατα οι ευρωπαϊκές Συνθήκες κουρελοποιήθηκαν, ποιος ξεχνά ότι ο Κανονισμός ισχύει στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών-μελών χωρίς επικύρωσή του από τα εθνικά κοινοβούλια (εν αντιθέσει π.χ. με τις Οδηγίες); Ή μήπως μας διέφυγε ότι το Μνημόνιο δεν επικυρώθηκε από τη Βουλή με την ενισχυμένη πλειοψηφία που απαιτεί το αρ. 28 του Συντάγματος (του ποιου;); Ή πάλι τα διάφορα πρόστιμα εις βάρος της χώρας από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια δεν είναι έκφανση κυριαρχικής επιβολής;

Είναι φανερό επομένως ότι κάπως καθυστερημένα διαπιστώσαμε την αφαίρεση της κρατικής μας κυριαρχίας, όταν προ πολλού έχουμε αποδεχτεί και συνομολογήσει την επιβολή των μηχανισμών της Ε.Ε. στη ζωή και την πορεία αυτού του τόπου.

Θυμίζει την περίπτωση του ξεβράκωτου, που ψάχνει να βρει αιτία για το κρυολόγημα.

Όχι και τόσο φρέσκα τα ...κουλούρια



Η συμπεριφορά του, κατά τα άλλα, συμπατριώτη μας, Κίμωνα Κουλούρη, δεν είναι τίποτε άλλο από την προσωποποίηση του πολιτικού μας συστήματος. Θρασύ, έκνομο, υποτιμητικό, άδικο και -κυρίως- βγαλμένο από μια χώρα που την κατήντησαν ένα τεράστιο σκυλάδικο, με “νταήδες” και συμπεριφορές του τύπου “ξέρεις ποιος είμαι εγώ;”.

Όταν, τούτη την περίοδο που διανύουμε, απαιτείς από τον πολίτη να συμμορφωθεί στη νομιμότητα, να μη σηκώσει κεφάλι ούτε για μια απλή διαμαρτυρία, βλέπεις τους ίδιους τους εκφραστές αυτού του Κράτους να πρωτοστατούν στην αποφυγή τήρησης του νόμου. Κι ύστερα, η αίσθηση που έχεις είναι ότι αν εσύ έπραττες κάτι ανάλογο, θα είχες υποστεί πολύ πιο επώδυνες και άμεσες συνέπειες.

Το ζήτημα βεβαίως δεν τελειώνει μόνο στην παράνομη συμπεριφορά ενός άλλοτε κρατικού λειτουργού. Η όλη στάση του είναι το σημείο αναφοράς και αυτό που προκαλεί το λεγόμενο “λαϊκό αίσθημα”. Γεγονός που επιβεβαιώνει επίσης ότι δεν ήταν μια συμπτωματική, εν θερμώ, αντίδραση αλλά εδράζεται σε μια βαθύτερη αντίληψη για τη θέση του καθενός από εμάς ξεχωριστά απέναντι στο νόμο.

Διότι μετά το όλο συμβάν, στις δηλώσεις του ο Κίμωνας τόνισε με έμφαση ότι το περιστατικό ήταν “στημένο” και ότι ευθύνεται ο Παπουτσής, τον οποίο ο ίδιος έκανε άνθρωπο! Είναι αδιανόητη η θρασύτητα και η αίσθηση ατιμωρησίας που ανιχνεύει κανείς στα λεγόμενα αυτά και προφανώς οδηγείσαι σε εικασίες για πόσα άλλα παρόμοια φαινόμενα λαμβάνουν χώρα στο πολιτικό σκηνικό του τόπου, δίχως ποτέ να βγαίνουν στη φόρα!

“Υπαλληλάκο των 500 ευρώ”. Τάδε έφη ένας άνθρωπος που προφανώς λαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη βουλευτική του σύνταξη, η οποία του καταβάλλεται από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από την τσέπη του Έλληνα πολίτη, που συν τοις άλλοις τον τίμησε ως εκλογικό σώμα με την ψήφο του τόσες φορές.

Πλέον, μετά τον Άκη και τα υποβρύχιά του, τα Βατοπέδια και τους γέροντες που περάσαν την ευλογημένη πόρτα της “στενής”, τους βουλευτές με τις υπέρογκες καταθέσεις στην Ελβετία, τους οικονομικούς εισαγγελείς που ομιλούν ευθέως για επέμβαση πολιτικών προσώπων στο έργο τους, το σύστημα αρχίζει και συνθλίβεται, όπως το σάπιο φρούτο. Τώρα είναι που βγαίνει η πραγματική μπόχα, σαν το σκουλίκι που ενστικτωδώς τρέχει να σωθεί.

Το 2012 συμπληρώνονται 100 έτη από τη βύθιση του Τιτανικού. Τυχαίο; Δε νομίζω.

Χριστούγεννα στην Ενωμένη Ευρώπη


«Στην Ελλάδα έχουν έθιμο να φτιάχνουν μια πρωτοχρονιάτικη πίτα και μέσα σε αυτήν βάζουνε ένα νόμισμα. Φέτος πιθανότατα η πίτα δεν θα έχει νόμισμα!» Έτσι γλαφυρά αποχαιρέτισαν οι Γερμανοί εταίροι μας το 2011 μέσω της επίσημης γερμανικής τηλεόρασης σε ζωντανή σύνδεση με την πύλη του Βρανδεμβούργου, στο Βερολίνο. Το χειρότερο δεν ήταν τόσο το ως άνω «καυστικό» σχόλιο, όσο οι γέλωτες που επακολούθησαν από τους παρευρισκόμενους θεατές που άγγιζαν το ένα εκατομμύριο. Κι ένα πυροτέχνημα θλίψης έσκασε μέσα μας.

Λίγο πιο κάτω, στο μετρό του Βερολίνου η αφίσα έγραφε: «Τόσες θέσεις εργασίας δεν είχαμε ποτέ. Σ’ ευχαριστούμε, Γερμανία». Και σου 'ρχεται, έτσι αυθόρμητα σχεδόν, η ανάγκη να γελάσεις και να κλάψεις μαζί. Σαν το μαθητούδι που τρώει τις φάπες του, επειδή πιάστηκε αδιάβαστο, όταν η υπόλοιπη τάξη διαθέτει «αστέρες», που τώρα χασκογελούν και δείχνουν με το δάκτυλο. Και για ένα περίεργο λόγο τελικά τα κουλούρια που δοκιμάζεις στην Unter Den Linden παίρνουν σχήμα κακής βαθμολογίας στα μάτια σου.

Αργότερα, περνάς από τα καφέ του Kreuzberg και ξαφνικά ακούς να σου παίρνουν παραγγελιά στα ελληνικά. «Ε, πατρίδα! Και εσύ εδώ; Ναι, έφυγα πριν από ένα χρόνο, για δουλειά, βασικά». Για δουλειά. Βασικά. Αυτές οι κοφτές, σύντομες λέξεις με την τόσο βαθιά χαρακιά στο νου σου. Που όταν συνδυάζονται, υπενθυμίζουν ότι τα κεκτημένα διασκορπίστηκαν, όπως τα αστέρια σ’ εκείνη τη σημαία που ανεμίζει πλάι στη γερμανική έξω από το τοπικό κοινοβούλιο. Και εκείνη μπλε φόντο έχει.

«Η Ελλάδα, παρ’ όλα αυτά, πρέπει να βοηθηθεί. Η Ευρώπη είναι ένα σώμα, αν πονάει ένα μέλος του, επηρεάζεται και το υπόλοιπο», μου λέει μια συνεπιβάτιδα στην πτήση για το Sonefeld. Κατάγεται από την Τσεχοσλοβακία (ακόμα έτσι την αποκαλεί), έζησε όμως στο Δυτικό Βερολίνο. «Μόνο στην Ελλάδα έχετε την τάση να αγοράζετε συνεχώς διαμερίσματα». Ένα κεραμίδι κι ένα πιάτο φαΐ. Έτσι έλεγε ο πατέρας μου, της εξηγώ.

Αφού λάβεις την έκπτωση που σου παρέχει η Berlin Welcome Card, πληρώνεις -ως καλός τουρίστας- το εισιτήριο για το μουσείο της Περγάμου και μια ολόκληρη αρχαία ελληνική πόλη σε καλωσορίζει, όπως τότε, αιώνες πριν, στην παλιά της αγορά. «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΕΥΜΕΝΗΣ ΑΘΗΝΑΙ ΝΙΚΗΦΟΡΩΙ» αναγράφεται πάνω στα επικά μνημεία. Καθώς φαίνεται, πέρα από τη μνημονιακή Ελλάδα, υπάρχει και η μνημειακή, που ακόμα εκτίθεται κι αποθεώνεται μαζί.

Ακουμπάς το ματωμένο τείχος (κανείς δεν μου απάντησε γιατί το ονόμασαν «τείχος» αντί για «τοίχο») του Βερολίνου, ενώ μια γεύση ελευθερίας κι επανάστασης κάθεται στο στόμα σου. Ανάμεσα στα έργα τέχνης που αποτυπώνονται στα γδαρμένα τούβλα του, διαβάζεις μερικές αράδες, γραμμένες με μαύρο μαρκαδόρο κι εμφανή βιασύνη, μάλλον από ταραχή. «Ελευθερία από το τραπεζικό σύστημα. Ελευθερία στην κατεχόμενη Ελλάδα».
Μάλλον εκεί αρχίζει ο «τοίχος», σκέφτηκα.

Αναγνώσεις