Συγκλονισμένος ο τόπος από το πρόσφατο φονικό που έλαβε χώρα στην πόλη της Κέρκυρας, μεταξύ ανήλικων και μετέφηβων πιτσιρικάδων, μπροστά στα μάτια των διερχόμενων τουριστών και ντόπιων. Ακόμα πιο εμβρόντητη η κοινωνία τις επόμενες ημέρες, όταν βγήκαν στο φως περισσότερες λεπτομέρειες για τις συνθήκες και τα κίνητρα που οδήγησαν στην αφαίρεση της ζωής ενός παιδιού.

Το ορθό βεβαίως θα ήταν η κοινωνία να βρισκόταν σε εγρήγορση προληπτικά, πολύ πριν συμβούν περιστατικά σαν αυτό που ζήσαμε την περασμένη εβδομάδα, δια των δημοκρατικών θεσμών της. Γιατί διαφορετικά, δεν ομιλούμε για οργανωμένες δομές ανθρώπων, αλλά για κουτσομπόλες.

Διότι πολύς ο ντόρος που γίνεται εδώ και καιρό για το διαδίκτυο και τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, αλλά θαρρεί κανείς πως έχουμε μπροστά μας ένα δάσος αλλά έχουμε μείνει να κοιτάμε το δέντρο. Χωρίς πολλές διατυπώσεις και κορόνες, η ελληνική οικογένεια σήμερα βρίσκεται κυριολεκτικά στην κοσμάρα της. Δεν είναι ότι δεν φροντίζει για τα παιδιά της, αλλά δεν έχει επουδενί αναπτύξει τέτοιες μεθόδους και δομές για να αποκτήσει την ελάχιστη αντίληψη για το τι πραγματικά προβληματίζει τα παιδιά σήμερα.

Η ελληνική νεόπλουτη κοινωνία που μετετράπη βιαίως σε νεόπτωχη, με την οικογένεια να αποτελεί το όχημα για την ικανοποίηση μεσοαστικών ονείρων, με σκοπό αυτοκίνητα, σπίτια, διορισμούς και κομπλεξική χλίδα, αγνοώντας το ρόλο της ως η πρώτη βαθμίδα κοινωνικοποίησης του ατόμου. Τα πολλά συγκεντρωμένα, μελαγχολικά ΕΓΩ. Είναι η ίδια ακριβώς συμπεριφορά που οδήγησε σε τόσα άλλα συναφή περιστατικά, όπως η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, πριν 3 χρόνια.

Στα νομικά, λέγεται αλλιώς και έγκλημα δια της παραλείψεως. Χαίρετε.


Οι θιγμένες κοινοβουλευτικές αγέλες

Κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται ένα νέο φαινόμενο κοινωνικής συμπεριφοράς με μαζικές διαστάσεις μάλιστα. Οι επιθέσεις, παντοιοτρόπως, κατά βουλευτών, όλων των κομμάτων και όλων των ιδεολογιών. Γιαούρτια, εξυβρίσεις, "γιούχες", ακόμα και με περιττώματα έλουσαν προχτές το αυτοκίνητο του βουλευτού Ημαθίας. Για να μη θυμίσω και τη δική μας ιστορία, με το καΐκι και τους βουλευτές να αποχωρούν κακήν κακώς από την Κέρκυρα.

Μετά από όλα αυτά, βγαίνουν απορημένοι οι βουλευτές στα μέσα ενημέρωσης, και εξίστανται για την άδικη αυτή αντιμετώπισή τους από τους πολίτες, διότι γίνονται στόχος και πρόσωπα που εργάζονται υπέρ του λαού και εν πάση περιπτώσει δεν επιτρέπεται να μπαίνουν όλοι "στο ίδιο τσουβάλι". Μάλιστα.

Στην πορεία της σκέψης τους, οι εκπρόσωποι του Έθνους, λησμόνησαν ότι τριάντα χρόνια τώρα, η τελική εντύπωση που αφήνουν στην αντίληψη του μέσου πολίτη για το πως λειτουργεί η Βουλή είναι αυτή της "αγέλης". Κοινοβουλευτικές ομάδες, με υποτιθέμενη "ανέλεγκτη συνείδηση και ψήφο". Στην πραγματικότητα, ο κάθε πρόεδρος σέρνει εν είδει "λύκου" τους βουλευτές του με τιμωρία την άμεση διαγραφή τους σε περίπτωση που ψηφίσουν διαφορετικά έστω και μία, μοναδική φορά. Τα παραδείγματα, άφθονα.

Κατά συνέπεια, είναι σχεδόν αστείο να απαιτούν σήμερα οι βουλευτές ξαφνικά ξεχωριστή, ατομική μεταχείριση για τη στάση τους όταν όλα αυτά τα χρόνια εμφανίζονταν στο λαό ως "μπουλούκι" σε κάθε ελάχιστη έκφανση της κοινοβουλευτικής τους δράσης και συμπεριφοράς. Οι σήμερα "γιαουρτωμένοι" βουλευτές ξέχασαν επίσης ότι κατά την ωρίμανση και ολοκλήρωση ιστορικών φάσεων, όπως η μεταπολίτευση, ο λαός καταλήγει σε συμπεράσματα, που κατά ένα σχεδόν ομαδικό τρόπο εγκαθίστανται στο υποσυνείδητο της αξιολογικής του κρίσης σχετικά με τους θεσμούς και τα πρόσωπα που μεσολάβησαν.

Λέγεται αλλιώς και συλλογική μνήμη. Χαίρετε.

“Το σιδέρωμα της Σπυριδούλας”

Στη δεκαετία του 1950, στην ακόμα τρομαγμένη μεταπολεμική Ελλάδα, μια υπόθεση συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Η Σπυριδούλα Ράπτη, μια δωδεκάχρονη κοπέλα από το Αγρίνιο, κατέβηκε στην Αθήνα, κατόπιν πιέσεων και των δικών της, με σκοπό να εργαστεί ως υπηρέτρια σε μια πλούσια οικογένεια του Πειραιά. Το περιβάλλον που συνάντησε η Σπυριδούλα, αν και ευκατάστατο, δεν αποδείχθηκε τόσο φιλικό, με αποτέλεσμα μια τρομερή εξέλιξη που ακόμα και σήμερα προκαλεί αίσθηση. Η Σπυριδούλα κατηγορήθηκε από τα αφεντικά της ότι υπεξαίρεσε χρήματα από την ντουλάπα του συζύγου της οικογένειας που τη φιλοξενούσε, με την απίστευτη τιμωρία του σιδερώματος (!) του κορμιού της σε πολλαπλά σημεία, αφού πρώτα την έδεσαν στο τραπέζι της κουζίνας και τη σιδέρωναν μέχρι να παραδεχτεί κάτι που, όπως αποδείχθηκε, ουδέποτε είχε πράξει.

Λοιπόν, η παραπάνω ιστορία μού 'φερε στο νου τα δεινά της χώρας μας σήμερα. Θα μου πεις, πως συγκρίνεται η σύγχρονη Ελλάδα με ένα φτωχοκόριτσο του '50; Ας είναι καλά η κρίση που ωθεί σε όργια (και) τη φαντασία μας.

Είναι πρόδηλοι οι παραλληλισμοί και εύλογες οι συγκρίσεις με το μαρτύριο της μικρής Σπιριδούλας. Κατά έναν ανάλογο τρόπο, η μικρή και “ψωροκώσταινα” Ελλάδα ζήτησε κάποτε να ενταχτεί στην οικογένεια της ευκατάστατης Ε.Ο.Κ. (νυν Ε.Ε.), με σκοπό να ξεφύγει από τα περιορισμένα όρια της φτωχογειτονιάς της. Κατόπιν, μετά από δεκαετίες, βρέθηκε κατηγορούμενη για “υπεξαίρεση” των κοινοτικών πόρων, που λαθραία ιδιοποίηθηκε από το “ντουλάπι” των κοινοτικών ενισχύσεων. Και μετά, ο σύζυγος της Ε.Ε. (Δ.Ν.Τ.), γύρισε στο σπίτι “εξοργισμένος” και μαζί με τη γυναίκα του, έβαλαν την Ελλάδα στο “τραπέζι” του ελέγχου και της τιμωρίας, προκαλώντας αλλεπάλληλες πληγές στο σώμα του λαού της.

Στην πραγματική ιστορία, η Σπυριδούλα αν και θύμα της βαρβαρότητας αυτής, επέλεξε το δρόμο της εξόδου από το μαρτύριό της, αφού κατέφυγε στις αρχές, μετατρεπόμενη σε λαϊκό ίνδαλμα των φτωχών και καταπιεσμένων της αστικής τάξης.

Για το κλείσιμο, χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του πατέρα της Σπυριδούλας:

“(…) Μου υποσχέθηκαν ότι θα ευτυχήσει το παιδί μου. Εμείς είμαστε φτωχοί άνθρωποι, εγώ συνταξιούχος χωροφύλακας. Με ξεγέλασαν. Μου είπαν ότι και οι δύο είναι τραπεζικοί υπάλληλοι και ότι κοντά στο δικό τους παιδί θα έχουν και το δικό μας, σαν πιο μεγάλη αδελφούλα του”.

Ομοιότητες σχεδόν ανατριχιαστικές, παραδεχτείτε το.

Η φούσκα δεν ξεφούσκωσε απλώς, αλλά έσκασε!




Είναι προφανές ότι μετά τη δημοσιογραφική, στατιστική και πολιτική καταγραφή της οικονομικής κρίσης έχουμε περάσει στη βιωματική της φάση. Με άλλα λόγια, ο κόσμος ζει πλέον στο πετσί του, στην καθημερινότητά του, το φαινόμενο αυτό, με συνέπειες που αφορούν όχι μόνο την καταναλωτική του δύναμη, αλλά, προπαντός την ψυχολογία του. Διότι, ως γνωστόν, η αγορά, πέρα από πολιτικά οράματα και νομοσχέδια, προϋποθέτει ψυχολογία.

Πριν από 7 χρόνια, Ιούλιος ήταν πάλι, και στα μπαλκόνια έβλεπες ελληνικές σημαίες. Στους δρόμους, οι "καλημέρες" και τα υγιή, χαμογελαστά πρόσωπα, έδιναν κι έπαιρναν. Η Ελλάς, ήταν και, κυρίως, ένιωθε πρωταθλήτρια Ευρώπης, μη σου πω και κόσμου. Ήταν το 2004, η χρονιά του μεγαλύτερου μέσου όρου ανάπτυξης στην Ευροζώνη, που ήταν ο ελληνικός. Ήταν το καλοκαίρι του Euro αλλά και των Ολυμπιακών Αγώνων, των ακριβότερων που διοργανώθηκαν ποτέ. Κι όλα αυτά τα τρανά, από μια τόσο δα χώρα, μια σταλίτσα στο χάρτη.

Τότε, η ψυχολογία του λαού, ήταν στα ύψη. Ακόμα και οι πτωχοί, ένιωθαν, τρόπον τινά, πλούσιοι. Τότε, ως διορατικοί "ψυχολόγοι", οι Τράπεζες έδιναν τα δάνεια με τη σέσουλα ακόμα και σε πένητες. Πολλά δάνεια και όλων των ειδών. Διακοποδάνεια, γαμοδάνεια, φοιτητοδάνεια και όλα πολλές φορές, με ένα απλό τηλεφώνημα, όπως διαφήμιζαν δεκάδες φορές την ημέρα στα μέσα ενημέρωσης. Η "καλή" τους διάθεση για ανάπτυξη έφτασε μέχρι και τα μπλοκ επιταγών, τα οποία έδιναν σχεδόν με το ζόρι, συστημένα.

Σήμερα, μετά την παύση των πανηγυρισμών, των θριάμβων και της ώθησης στην κατανάλωση, ήλθε η βουβαμάρα. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται κράτος των λαμόγιων και των τεμπέληδων. Τα νοικοκυριά από χαρούμενα βαφτίστηκαν "υπερχρεωμένα", ο Τειρεσίας έγινε ο σύγχρονος μπαμπούλας των επιχειρηματιών και των λοιπών συναλλασσομένων. Απρόσωπος, μέσα από τηλεφωνήματα εισπρακτικών εταιρειών και πάντα μαύρος, όπως η λίστα του.

Οι Τράπεζες, καθοδηγούμενες από την κυβερνητική πολιτική, συμμετείχαν εν γνώση τους στο έγκλημα. Χαρακτηρίζουν τώρα ως αφερέγγυους αυτούς που πριν τους έκριναν ως αξιόπιστους. Η Ελλάδα της ανάπτυξης έγινε η Ελλάδα της ύφεσης. Της πείνας και της διαρκώς επαπειλούμενης "κατοχής". Η αποκέντρωση έγινε "Καλλικράτης", τα δημόσια αγαθά ιδιωτικοποιήθηκαν και όλα έπεσαν στο βωμό των εν γένει "περικοπών". Και ξάφνου δημιουργήθηκε ο εξής συλλογισμός:


Το χρήμα δημιούργησε χρέη. Τα χρέη, δανεισμό. Ο δανεισμός, τόκους. Και οι τόκοι ΚΕΡΔΟΣ.


Συνεχίζεται.


(δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα "Ενημέρωση" στο φύλλο της Πέμπτης, 07/07/2011)

Αναγνώσεις