Πενία τέχνας κατεργάζεται.


Κατά τη χρονιά που φεύγει, διατυπώθηκαν πλείστες απόψεις και θεωρίες γύρω από την «κρίση», σε συχνότητα τέτοια που πλέον ο όρος αυτός έχει ενσωματωθεί στο καθημερινό λεξιλόγιό μας, μετά την «καλημέρα». Ειδικά στα ΜΜΕ η «φτώχεια» έχει μετατραπεί στο πιο πετυχημένο σήριαλ με τους πρωταγωνιστές, τα θύματα και τους θύτες να εναλλάσσονται φυσικά από εκείνους που ελέγχουν τα κέντρα εξουσίας και λήψης των αποφάσεων.

Αν ξεφύγουμε όμως για λίγο από άχρωμους χρηματοικονομικούς όρους (psi, spread, haircut κλπ) και αντικρίσουμε την ίδια τη ζωή και τα χαρακτηριστικά της κατά τα τελευταία 30 χρόνια, ίσως βγουν πιο ξεκάθαρα συμπεράσματα. Διότι ακόμα και ο όρος «φτώχεια» έχει πια αποκτήσει διαφορετικό εννοιολογικό περιεχόμενο. Και αυτό γιατί φτώχεια βιώνουν και οι χώρες της Αφρικής αλλά αυτή είναι «άλλη φτώχεια» προφανώς. Ή μήπως δεν είχαμε κατά νου ότι «φτώχεια» βιώνουν και οι γειτονικές μας χώρες, όπως η Αλβανία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία; Και εκεί όμως μιλάμε καθώς φαίνεται για επίσης «άλλη φτώχεια».

Ο «φτωχός πολίτης» λοιπόν κατηγοριοποιήθηκε. Και η κατάστασή του αυτή καθορίζεται από ποικίλα και ετερόκλιτα πολλές φορές κριτήρια. Επιπλέον, δεν σημαίνει μόνο την έλλειψη των βασικών αγαθών αλλά ίσως και την έλλειψη δικαιωμάτων. Φτωχοί στο σώμα, φτωχοί στο πνεύμα, φτωχοί στη Δημοκρατία. Σε τι από όλα αυτά εντάσσεται ο νεοέλληνας λοιπόν;

Ο τρόπος της ζωής μας, η σχεδόν «τυφλή» ενσωμάτωση του αμερικανικού ονείρου κατά τις τελευταίες δεκαετίες οριοθέτησε διαφορετικά το επίπεδο του «φτωχού». Η ανάγκη για συνεχή καταναλωτισμό, η αποσταστιοποίηση του ατόμου από τη γη και τη φύση, η καθολική επικράτηση του τραπεζικού συστήματος, που όταν κλείνει τις στρόφιγγες, όλα νεκρώνουν στην αγορά, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που «πέρασαν» στον πολίτη την αίσθηση της έλλειψης στην πρώτη κιόλας απόκλιση από αυτό το μοντέλο ζωής.

Κάποτε, οι γενιές της Ελλάδος, προ της ένδοξης μεταπολίτευσης, έζησαν σε συνθήκες που όλα τα παραπάνω ήταν απόντα. Θα πει κανείς βέβαια, άλλα τα «κριτήρια ζωής» και άλλες οι «απαιτήσεις» του σήμερα. Εκεί κρύβεται όμως η ουσία του προβλήματος. Ποιος καθόρισε αυτές τις «απαιτήσεις»; Και γιατί να «απαιτείται» να ζεις έτσι και σε διαφορετική περίπτωση να νιώθεις φτωχός;

Βλέπεις, για παράδειγμα, να λένε τα ρεπορτάζ σήμερα «έπεσε τρεις φορές η τιμή στο πανέρι στο σκυλάδικο» λόγω της κρίσης. Χωρίς πανέρι και σκυλάδικο η ζωή είναι λειψή, καθώς φαίνεται. Ή πάλι, «οι οικογένειες δεν ξοδεύουν πια ένα μηνιάτικο στο σούπερ μάρκετ». Το να καλλιεργήσεις την εγκαταλελειμμένη σου γη είναι υποτιμητικό, ξεπερασμένο, επίσης.

Το καλό της «κρίσης» είναι η ευκαιρία για επανακαθορισμό πραγμάτων που στην πορεία υποτιμήθηκαν και έχασαν την αξία τους. Κυρίως όμως είναι η ευκαιρία για την απομυθοποίηση και την αποβολή από τη ζωή μας συνηθειών που θεωρήθηκαν σπουδαίες αλλά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά σκουπίδια.

Χρόνια πολλά!

Από την τραβεστί-οικονομία στην τραβεστί-δημοκρατία.

Ίσως καταντάει κουραστικό αλλά δεν περνάει σχεδόν ημέρα που να μη διαπιστώνει κανείς τον ευτελισμό των θεσμών αλλά και την κατάφορη παραβίαση του Συντάγματος που έχει οδηγήσει ουσιαστικά στην κατάργησή του. Αφορμή για όλα αυτά στάθηκε το απαράδεκτο φορομπηχτικό μέτρο του ειδικού τέλους της Δ.Ε.Η. που συνιστά μια από τις μεγαλύτερες εκτροπές τόσο σε νομοθετικό, πολύ δε περισσότερο σε κοινωνικό επίπεδο.

Μετά, λοιπόν, από σχετική δικαστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας που δικαίωσε ηλικιωμένη για τη μη καταβολή του ειδικού αυτού τέλους, δίχως να επιτραπεί η διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος της οικίας της, ακούσαμε Υπουργό της σημερινής συγκυβέρνησης να δηλώνει με περισσή θρασύτητα εκνομίας ότι “το Δικαστήριο υπερέβη τις αρμοδιότητές του”!

Η προκλητική αυτή δήλωση καταδεικνύει όχι μόνο την κυβερνητική αλαζονεία αλλά πολύ περισσότερο την ευθεία επέμβαση στη λεγόμενη “διάκριση των λειτουργιών” μια συνταγματική κατάκτηση που έχει βαθειές ρίζες στην ιστορία και τη δομή των δημοκρατικών κοινωνιών. Είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να κρίνει τις αποφάσεις των δικαστηρίων λες και πρόκειται για εγκυκλίους κάποιου υπουργείου.

Τούτα όλα διατυπώνονται ειδικά όταν η κυβέρνηση αυτή -αλλά και η κάθε εκάστοτε εκτελεστική εξουσία- επιλέγει με κατ' εξοχήν πολιτικα -ίσως και κομματικά- κριτήρια την ηγεσία της Δικαιοσύνης, που αποτελεί άλλη μια βαθιά αντίφαση στην υποτιθέμενη ανεξάρτητη φύση των κρατικών λειτουργιών. Τούτη δε την ώρα, η ίδια αυτή εκτελεστική εξουσία δεν έχει καν την απαιτούμενη λαϊκή νομιμοποίηση, αλλά είναι προϊόν παρασκηνιακής διπλωματίας, πέρα και έξω από κάθε δημοκρατική διαδικασία.

Αρχικά, λοιπόν, η “βαλτή” αυτή κυβέρνηση έρχεται και ποδηγετεί τη νομοθετική εξουσία με αποτέλεσμα την επιβολή δυσβάσταχτων και αντιλαϊκών μέτρων. Όταν δε η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη θέτει εμπόδια -ως ωφείλει- στην παραβίαση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, οι Υπουργοί δυσανασχετούν, περνώντας ουσιαστικά το μήνυμα προς τους επόμενους δικαστές για το μέχρι που πρέπει να φτάνει η δικαιοδοτική τους κρίση!

Καθώς φαίνεται, είμαστε πολύ κοντά στο να πέσει και το τελευταίο προπύργιο της δημοκρατικής προστασίας των πολιτών, που δεν είναι άλλο από τη Δικαιοσύνη. Αν η νέα, ευρωπαϊκή “νομιμότητα” είναι η μη συμμόρφωση της διοίκησης στις αποφάσεις των δικαστηρίων που εφαρμόζουν το Σύνταγμα και τους Νόμους, δηλαδή τη συντεταγμένη βούληση του λαού, τότε ομιλούμε για κατ' επίφαση δημοκρατία.

Μήπως έπειτα φορολογήσουν και την ανάσα μας;

Το Σύνταγμα ανασυντάσσεται


Σε συνέχεια των προβληματισμών που προκάλεσαν τα γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου, ήρθε η οξύτατη πολιτική κρίση των ημερών μας να επιβεβαιώσει ένα κοινό συμπέρασμα: το τέλος του πρωθυπουργοκεντρικού πολιτικού συστήματος και πιθανότατα του ίδιου του Συντάγματος της χώρας. Διότι αμφότερα -πρωθυπουργός και Σύνταγμα- κουρελοποιήθηκαν εν μία νυκτί, με τρόπο που αποδεικνύει ότι μάλλον ήρθε η ώρα για πολύ βαθιές, δομικές ανατροπές στον καταστατικό χάρτη της Ελλάδος.

Τα παραδείγματα της επικαιρότητας που ενισχύουν τις παραπάνω σκέψεις είναι άφθονα. Είδαμε λ.χ. τον ευτελισμό του θεσμού του δημοψηφίσματος, που επιχειρήθηκε να τεθεί κατά τρόπο εκβιαστικό, εν τέλει δεν πραγματοποιήθηκε κι αντιθέτως χρησιμοποιήθηκε μάλλον ως "μπλόφα" στη διπλωματική αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδος και Ευρωπαίων ηγετών. Μετά, η ψήφος εμπιστοσύνης στην πράξη απέκτησε εντελώς διαφορετική διάσταση από το συνταγματικό της περιεχόμενο. Η κυβέρνηση έλαβε την εμπιστοσύνη της Βουλής με σκοπό να παραιτηθεί και να προτείνει μια άλλη κυβέρνηση, δηλαδή η Βουλή εμπιστεύτηκε τυπικά μια κυβέρνηση επειδή δεν την εμπιστευόταν ουσιαστικά!

Στην ίδια ροή των γεγονότων, ο σχηματισμός της λεγόμενης "κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας" επιχειρήθηκε, εκτοπίζοντας προφανέστατα τη συνταγματική διαδικασία, με τους αρχηγούς των δύο μεγάλων κομμάτων να υποκαθιστούν ευθέως τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών και να επιλέγουν νέο πρωθυπουργό με τηλεφωνήματα! Κατόπιν, οι ίδιοι αυτοί υποψήφιοι "μεταβατικοί πρωθυπουργοί" έθεσαν τους δικούς τους όρους για να αναλάβουν μια τέτοια θέση, με τα προσόντα τους να είναι εξόχως τεχνοκρατικά και μετέπειτα πολιτικά.

Η Bουλή σε όλο αυτό το επικοινωνιακό πανηγύρι είδαμε να άγεται και να φέρεται ως "παράρτημα" της κυβερνητικής πολιτικής και των εν γένει κομματικών συμμαχιών. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, από την άλλη, δεν κατάφερε να πάρει εγκαίρως τολμηρές θεσμικές πρωτοβουλίες για τη διάσωση της χώρας κι επανέλαβε το διακοσμητικό του ρόλο. Τα δε ΜΜΕ ως κυρίαρχη εξουσία καθόρισαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις αλλά και την επιλογή των προσώπων, χωρίς κανένα θεσμικό εμπόδιο απέναντι σε αυτή τους την πρακτική.

Είναι προφανές λοιπόν ότι το παρόν Σύνταγμα δεν έχει ανάγκη απλά αναθεωρήσεως αλλά συντάξεώς του ευθύς εξ αρχής. Από τα ανωτέρω προβλήματα έως και άλλα ειδικότερα, λ.χ. βουλευτική ασυλία, σχέσεις εκκλησίας-κράτους, ρόλος και όρια ΜΜΕ, ζητήματα εθνικής κυριαρχίας κλπ. Επιπλέον, στο νομισματικό σύστημα που επικρατεί είδαμε ότι ο ρόλος και η θέση του εκάστοτε πρωθυπουργού είναι αδιάφορα ζητήματα για την κραταιά Ε.Ε. Περισσότερο ενδιαφέρει η στάση της Bουλής ή εν πάση περιπτώσει της συνολικής πολιτικής σκηνής, παρά ο ηγέτης της οποιασδήποτε κυβέρνησης.

Κανονικά θα έπρεπε να ομιλούμε πλέον για κυβέρνηση συνταγματικής σωτηρίας.

Δέκα εκατομμύρια ΟΧΙ


Τα τελευταία χρόνια οι εθνικές επέτειοι δεν απασχολούσαν ιδιαιτέρως την κοινή γνώμη. Αντίθετα, περνούσαν σχετικά αδιάφορες από τη συνείδηση του κόσμου, όπως άλλωστε συμβαίνει με τις περισσότερες επετείους πια. Τα ίδια βαρετά ρεπορτάζ, ο γνωστός ξύλινος πολιτικός λόγος στις δηλώσεις των αρχόντων για το τι συμβολίζει η ημέρα ετούτη, όμοια πλάνα, σε σημείο που δεν ξεχώριζες αν ήταν από τη φετινή ή κάποια από τις περασμένες εκδηλώσεις.

Φέτος, τα παραπάνω δεν ίσχυσαν. Για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες, στο τελικό σημείο της μεταπολιτευτικής παρακμής, η εθνική επέτειος του ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου στάθηκε αφορμή για να αναδειχθούν θεμελιώδη ερωτήματα για το πολίτευμά μας και κυρίως για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Δημιουργήθηκαν αντιπαραθέσεις σχετικά με ζητήματα που μέχρι χθες εμπεριείχαν σχεδόν αυτονόητες απαντήσεις.

Η λαϊκή οργή που παρέσυρε ως ποτάμι τις καλοστημένες εξέδρες των πολιτικάντηδων αυτού του τόπου πήρε μαζί της και τους ίδιους τους θεσμούς. Εντούτοις, αυτή η έκρηξη δημοκρατίας θεωρήθηκε από πολλούς ως αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε κομβικά ερωτήματα με αφορμή αυτά τα γεγονότα, ρωτώντας, μεταξύ άλλων, αν οι δημόσιοι χώροι αποτελούν ιδιοκτησία των διαμαρτυρομένων ή για το πως μετριέται η πλειοψηφία, δια των συγκεντρώσεων ή δια των εθνικών εκλογών.

Αυτοί οι συνταγματικοί προβληματισμοί έχουν τεθεί προς συζήτηση εδώ και καιρό. Η τελική όμως εντύπωση είναι ότι ο λαός με τις ογκωδέστατες πορείες και διαδηλώσεις του τον τελευταίο χρόνο μάλλον έχει προσπεράσει τους θεσμούς και τα πρόσωπα. Άλλωστε, το ίδιο το Σύνταγμα αποθεώνει και προκρίνει τη λαϊκή κυριαρχία έναντι όλων των εξουσιών, που πηγάζουν από το λαό και έπονται αυτού. Διότι το καίριο ερώτημα έχει να κάνει με το αν ο λαός τελικά προηγείται των θεσμών ή οι θεσμοί προηγούνται του λαού. Ανάλογα με την απάντηση αλλάζει αυτόματα και η φύση ενός πολιτεύματος ως καθόλα δημοκρατικού ή “περίπου” δημοκρατικού.

Εμβαθύνοντας περισσότερο, θα πρέπει να δούμε τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα όχι μόνο στο συνταγματικό τους κείμενο αλλά και ως προς την “ψυχοσωματική” διάστασή τους. Διότι μπορεί μεν να απολαμβάνουμε σημαντικότατες ελευθερίες, όπως λ.χ. του συνέρχεσθαι, αλλά όταν ο λαός, ως υποκείμενο των ελευθεριών, βρίσκεται σε εξαθλίωση σωματικά και ψυχολογικά, δεν απολαμβάνει ουσιαστικά τις ελευθερίες αυτές. Διότι και για να διαδηλώσει κανείς θα πρέπει προηγουμένως να θρέφεται, να ζει δηλαδή υπό όρους αξιοπρέπειας.

Θα το έλεγε κανείς και δικαίωμα στη ζωή.

Η θλιμμένη γενιά των 60



“Είναι στιγμές που μας πνίγει η οργή, που όλοι εμείς ξυπνάμε το πρωί με ένα βάρος. Είμαστε τα παιδιά της άπληστης γενιάς και σαν το μήλο το χάρτινο οι ελπίδες μας, στα χέρια των ανθρώπων που σκότωσαν την Τέχνη, στα χέρια των ανθρώπων που κατέστρεψαν το μέλλον μας”.

Οι παραπάνω στίχοι των Κερκυραίων ΚΟΡΕ.ΥΔΡΟ. είναι ενδεικτικοί και περιγράφουν με χαρακτηριστική γλαφυρότητα το βάρος της νέας γενιάς, της Ελλάδας των τριαντάρηδων, που καλούνται να ξεπεράσουν έναν νοητό πήχυ, βουτηγμένο προηγουμένως στη διαφθορά και την απατεωνιά. Ναι, οι παλαιότερες γενιές μπορεί να είχαν μπροστά τους χειρότερα δεινά, όπως η φτώχεια, η προσφυγιά και η κατοχή, αλλά η δική μας γενιά, υποχρεούται να ξεβρωμίσει ένα θολό τοπίο που η βολεμένη, δήθεν επαναστατική γενιά της μεταπολίτευσης έπλασε.

Και ως χώρα, όπου το “παν μέτρον άριστον” υπάρχει μόνο στα σχολικά βιβλία, έχεις απέναντί σου τη μετάβαση από το ένα άκρο στο άλλο, όπως διαμορφώθηκε η συμπεριφορά του νεοέλληνα. Από την απόλυτη, τυφλή εμπιστοσύνη οδηγηθήκαμε στην ολική αμφισβήτηση του καθενός από εμάς, με το που ρίχνεται στο επαγγελματικό κι εν γένει κοινωνικό στίβο της χώρας.

Πολιτικοί που “τ' αρπάξανε χοντρά”, επαγγελματίες που “λάδωσαν” τους κρίκους ενός διεφθαρμένου συστήματος, πολίτες που απέκτησαν την αίσθηση του “αν πληρώσεις, όλα γίνονται”, αλλοδαποί που περιγράφουν τη χώρα και τους θεσμούς της ως “ξέφραγο αμπέλι”. Και ύστερα, όταν όλα βγήκαν στη φόρα, η μπόχα απλώθηκε πάνω από όλους, δίχως διακρίσεις. Το μέτωπό μας ξαφνικά έγινε εκ προοιμίου λερωμένο.

Αυτό το ανυπόφορο βάρος του να πρέπει να αποδείξεις εις διπλούν ότι είσαι αμόλυντος, ειλικρινής και “καθαρός”, είναι η κληρονομιά που μας άφησε η εκπνέουσα Ελλάδα των “μεγάλων αλλαγών, εκείνης που ανήκε στους Έλληνες”. Κι είναι δύσκολο να χτίζεις πάνω σε άμμο, γίνεται πολύ δυσκολότερο όμως να χτίζεις πάνω σε βόθρο.

Ευτυχώς, η νέα γενιά, αυτή που σήμερα καλείται να ξεβρωμίσει τη χώρα, έχει ακόμα ελπίδα και τραγουδά παρέα με τη συλλογική μνήμη που έχει πια διαμορφώσει. Όπως ο Στάθης Δρογώσης πετυχημένα λέει στα τραγούδια του:

“Πως μισώ να τους βλέπω να κλαίγονται, η θλιμμένη γενιά των 60, οι εκδρομές τους τελείωσαν άδοξα και ρημάξαν τη μικρή μου πατρίδα. Τι έχουν να μας πούνε για την χαμένη Ελλάδα, στα ψέμματα θρηνούνε, κροκοδείλια δάκρυα. Μάθετέ το, εμείς δε θα φύγουμε, δεν πουλάμε εμείς τα παιδιά μας, το κεφάλι εμείς δε θα σκύψουμε, αυτά τα χρόνια, ναι, είν' τα δικά μας...”


Πες μας, παππού, το δικό σου παραμύθι


Τις προάλλες, με αφορμή μια συνέντευξη του παλιού, αγαπημένου ηθοποιού Γιάννη Βογιατζή στην κρατική τηλεόραση, αναδύθηκαν ορισμένες σκέψεις για την ουσιαστική κρίση που περνά ο τόπος μας, που δεν είναι άλλη από την πνευματική. Παρακολουθείς αυτούς τους ανθρώπους που συμβολίζουν μιαν άλλη εποχή της Ελλάδος και διακρίνεις μονομιάς τη διαφορά στη συμπεριφορά τους, την αντίληψη και το ηθικό βάρος που κουβαλάνε.

Και είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της γενιάς αυτών των ηθοποιών, των οποίων το έργο εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να παραμένει διαχρονικό, με επιρροή στο παρόν και το μέλλον. Τους ακούς να μιλάνε και αναρωτιέσαι αν στην εποχή μας, πέρα από ευρω-ομόλογα και δείκτες χρηματιστηρίων, έχουν μείνει άλλα πεδία προς συζήτηση, έμπνευση και προβληματισμό.

Διακρίνεις, για παράδειγμα, την απλότητα και τη σεμνότητα (όχι σεμνοτυφία) αυτών των ανθρώπων που εκφράζουν μιαν άλλη Ελλάδα, διαφορετική, ποιοτικότερη, αληθινότερη και πιο αυθεντική. Η αίσθηση αυτή είναι ακόμα πιο έντονη όταν είναι γνωστό ότι αυτοί οι καλλιτέχνες έπλασαν την τέχνη τους σε χαλεπούς καιρούς, εν μέσω πολέμων, κατοχής και συνταγματαρχών. Παρά τη σύγκρουσή τους με τις δύσκολες αυτές φάσεις της ιστορίας, σε προχωρημένη πια ηλικία, μόνο φθορά δεν εκπέμπουν.

Δεν θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς ότι στο ρυτιδιασμένο τους πρόσωπο αναγνωρίζουμε τους χαμένους μας παππούδες, τις μορφές εκείνες που με στωικότητα, υπερηφάνεια και γλαφυρότητα, αφηγούνται την παραμυθένια εκδοχή της ζωής τους. Που με περισσή γλυκύτητα μεταδίδουν την ουσία των γεγονότων και των πραγμάτων μέσα σε δέκα μόνο λέξεις, χωρίς φαυλότητες και κορώνες, χωρίς πολυτελή ζωή, αλλά με κύριο όπλο την κοινωνική και ιστορική τους παιδεία, που ξεπερνά την κάθε ελάχιστη, τυπική εκπαίδευση οποιασδήποτε βαθμίδος.

Βλέπεις μετά, καθώς αλλάζεις κανάλια στην αραχνιασμένη ελληνική τηλεόραση, τις σημερινές μορφές των Ελλήνων. Βλέπεις τις αράδες από ομοιόμορφα φτιαγμένα ανθρωπάκια, που φορούν γραβάτες, έχουν τρία κινητά τηλέφωνα και μιλάνε μόνοι τους στο δρόμο. Που καβαλάνε τα πεζοδρόμια με τις τζιπάρες τους ως ένδειξη κοινωνικής ισχύος, που ψηλαφίζουν ηδονικά τα ανάγλυφα γράμματα τις πνευματικής τους ρηχότητας.

Αυτήν την Ελλάδα έπλασαν τα παιδιά της ευρωζώνης, τα παιδιά που έχουν νομίσματα για μάτια.


Ελλάς, Ελλήνων, Άγγλων

Η ικανοποίηση των επιθυμιών της Μέρκελ, του Σαρκοζί και της λοιπής ευρωκομπινοπαρέας από την Ελλάδα, δεν είναι η μοναδική περίπτωση υπόκλισής μας στον Ευρωπαίο. Και μιας και η τουριστική σεζόν βαίνει προς τη λήξη της, χρήσιμο θα ήταν να αναδειχθεί ένα φαινόμενο που παρατηρεί κανείς στην Κέρκυρα -και στα περισσότερα ελληνικά νησιά- εδώ και δεκαετίες. Και δεν πρόκειται για κάτι άλλο παρά για την απόλυτη υποταγή στα γούστα του τουρίστα και δη του αλλοδαπού.

Για παράδειγμα, είναι σχεδόν αξιολύπητο να παρατηρεί κανείς καταλόγους στα εστιατόρια και τα λοιπά κέντρα διασκεδάσεως, γραμμένους μόνο στα αγγλικά ή εν πάση περιπτώσει καθόλου στα ελληνικά! Λες και δεν εξυπηρετούνται Έλληνες τουρίστες εδώ ή ακόμα-ακόμα και οι ίδιοι οι κάτοικοι του νησιού. Πέραν των καταλόγων, δεν είναι λίγες οι φορές που οι σερβιτόροι δέχονται παραγγελίες μόνο στην αγγλική γλώσσα και ψάχνεις Έλληνα για να εξυπηρετηθείς με το κιάλι.

Αν κατευθυνθείς προς Κάβο μεριά, τότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Λες και έχει εγκατασταθεί μια αγγλική αποικία στο νησί και νιώθεις ότι ζεις σε προάστιο του Λονδινου! Παντού επιχειρήσεις διακοσμημένες στα βρετανικά πρότυπα, με αντίστοιχα μενού, με μαγαζιά προσαρμοσμένα εντελώς στην αγγλική νοοτροπία. Κι είναι να απορεί κανείς: αυτοί οι τουρίστες επισκέπτονται την Ελλάδα για να θαυμάσουν... τον βρετανικό τρόπο ζωής;

Το φαινόμενο της πλήρους υποταγής στην ανάγκη για το ευρώ του βρετανού μπατιρο-τουρίστα δεν σταματά εδώ όμως. Πηγαίνοντας στο βόρειο τμήμα της Κέρκυρας, θα δεις ταμπέλες ουκ ολίγων χωριών γραμμένες μόνο στα αγγλικά! Ναι, εκεί μετά τα φανάρια, η ταμπέλα λέει "skripero"! Κι αναρωτιέσαι μήπως και τυχόν ζούμε ακόμα υπό βρετανική κατοχή.

Διότι άλλο είναι να έχεις αφομοιώσει τις τυχόν ιστορικές και πολιτιστικές καταβολές από τους λαούς που πάτησαν το πόδι τους σε αυτόν τον τόπο και άλλο να τους "γλύφεις" υιοθετώντας τις συνήθειές τους για να τους καλοπιάσεις. Στα αλήθεια, έχει κανείς επισκεφτεί τη Ρώμη, το Λονδίνο, το Παρίσι, τη Βουδαπέστη, τη Βιέννη και να έχει διαπιστώσει τα ίδια απαράδεκτα φαινόμενα; Αντιθέτως, σε αυτές τις μητροπόλεις του τουρισμού, θα παρατηρήσει ότι ενισχύεται η ανάδειξη της τοπικής νοοτροπίας και παράδοσης!

Ρε, μπας και ζούμε ακόμη στο 1864;


“Φίλοι του ΕΠΤΑ”, Ένα νέο κίνημα πολιτισμού


Εδώ και πολλά χρόνια έχει καταγραφεί ότι η Κέρκυρα, ενώ μεν έχει “χρώμα” πολιτιστικής δραστηριότητας, ελέω των πολυάριθμων καλλιτεχνικών σχημάτων, ουδέποτε διέθετε έναν φορέα που να συγκεντρώνει το σύνολο της πολιτιστικής εγρήγορσης και δη σε μαζικό βαθμό. Με άλλα λόγια, δεν υπήρξε ένα σωματείο που να λειτουργεί ως “βατήρας” για τα άτομα εκείνα που αναζητούν την καλλιτεχνική τους έκφραση, υπό όρους εθελοντισμού και αφιλοκερδούς προσφοράς και συμμετοχής.

Αυτές τις ημέρες, κάτι καινούργιο γεννιέται στην πόλη. Μια παρέα από ανθρώπους που έχουν τις παραπάνω ανησυχίες τολμούν και απλώνουν το χέρι στους κατοίκους αυτής της πόλης, από τον ντόπιο Κερκυραίο έως και το φοιτητή, με σκοπό την ανάδειξη πολλαπλών πολιτιστικών δραστηριοτήτων στο νησί. Φωτογραφία, θέατρο, ραδιόφωνο, περιοδικό, λογοτεχνία, χορός, κινηματογράφος.

Λεπτομέρειες για τη νέα αυτή κίνηση θα δοθούν στη δημοσιότητα λίαν συντόμως. Σκοπός του σωματείου αυτού είναι συν τοις άλλοις η δημιουργία ενός φορέα που δεν θα καταλήξει απλά σε μια συνεύρεση ολίγων αλλά θα επιχειρήσει ένα ευρύ κάλεσμα στην τοπική κοινωνία. Για τους ίδιους αυτούς λόγους, η δράση αυτή θα προσπαθήσει να εγκολπώσει, μέσω συνεργασίας και αλληλοϋποστήριξης τους λοιπούς υφιστάμενους φορείς στην πόλη. ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., Πανεπιστήμιο, Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Σε αυτό το εγχείρημα κομβικό ρόλο θα έχει η σκηνή του ΕΠΤΑ Τεχνών Τόπος, η οποία θα δώσει την ευκαιρία να αναδειχθούν οι υγιείς πολιτιστικές δυνάμεις, με σκοπό να εκδηλώσουν το ταλέντο και τις ανησυχίες τους σε έναν χώρο, που αποτελεί στολίδι για την Κέρκυρα και την ελληνική επαρχία γενικώς. Πέραν αυτού όμως, το σημαντικότερο στοιχείο, που ουσιαστικά γέννησε και την όλη κίνηση, είναι η αποδεδειγμένα κοινή φιλοσοφία και ποιότητα που συνδέει το ΕΠΤΑ με τα άτομα που θέλησαν να αναλάβουν αυτήν την πρωτοβουλία.

Η πρόκληση του εγχειρήματος είναι σαφώς μεγάλη. Οι επιφυλάξεις πάνε χέρι-χέρι με τον ενθουσιασμό για το κατά πόσο αυτή η ιδέα θα βρει την επιδιωκόμενη ανταπόκριση και υποστήριξη. Σε καιρούς οικονομικής και -κυρίως- πνευματικής κρίσης, αναδεικνύεται η ατομική ευθύνη του καθενός από εμάς για έμπρακτη διάθεση αλλαγής. Και ακόμα περισσότερο, σε εποχές παντελούς έλλειψης πολιτικής (και όχι κομματικής) παρέμβασης στην ζωή μας, ο πολιτισμός εμφανίζεται ως η κορυφαία πολιτική πράξη, ως το “εργαλείο” για να ξερουτινιάσουμε, για να δώσουμε διαφορετικό χρώμα στα πράγματα.

Καιρός η δράση να πάρει τη θέση της απογοήτευσης.

Ώρα για τολμηρές αποφάσεις.

Τις τελευταίες ημέρες διαπιστώνει κανείς μια εμφανέστερη τάση αλλαγών στην κυκλοφοριακή πολιτική για την πόλη της Κέρκυρας. Οι γλάστρες και τα κολωνάκια μαζί με την πλήρη απαγόρευση εισόδου σε όλα τα οχήματα που κινούνται προς την οδό Θεοτόκη και μετέπειτα στην οδό Ευγ. Βουλγάρεως είναι θαρραλέα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Άλλωστε, εδώ και πολλά χρόνια η κοινή κερκυραϊκή βούληση έχει αναδείξει τις συνισταμένες για την εφαρμογή ενός νέου πλάνου που θα άλλαζε παντελώς την εικόνα και την ποιότητα ζωής στην πόλη. Πλήρης πεζοδρόμηση της Ευγ. Βουλγάρεως, με μερικούς ακόμα πιο τολμηρούς να προτείνουν το μέτρο αυτό να επεκτείνεται έως και το Σαρόκο. Με την αγορά στην όλη περιοχή αναβαθμισμένη, αφού τα μαγαζιά βρίσκονται εκατέρωθεν έτσι κι αλλιώς.

Στην πορεία, προτείνεται η ολική απαγόρευση εισόδου των οχημάτων στο ιστορικό κέντρο, με εξαίρεση μόνο τους μόνιμους κατοίκους κι επαγγελματίες που θα φέρουν ειδική κάρτα για την είσοδο και στάθμευσή τους. Με το Λιστόν ελεύθερο πια από τις “μπούκες” και τα βρώμικα λάστιχα των αυτοκινήτων και των δικύκλων. Άμαξες, ποδήλατα, πεζοί.

Κατόπιν, δημιουργία περιφεριακών χώρων στάθμευσης, στις εισόδους της πόλης, σε συνεργασία με συνεχείς ανταποκρίσεις των αστικών λεωφορείων. Με την ουσιαστική εφαρμογή του τεράστιου έργου των ποδηλατόδρομων, οι οποίοι υπό αυτές τις συνθήκες θα αναδείκνυαν το ρόλο του ποδήλατου, ως μέσου μετακίνησης των πολιτών, υπό καθαρά ευρωπαϊκά πρότυπα.

Με τη λειτουργία της νέας λαϊκής αγοράς, την αποδέσμευση του χώρου του φρουρίου από τη μπόχα της σημερινής σκουπιδολαΐκής, τη λειτουργία του νέου δικαστικού μεγάρου, κι άρα την απελευθέρωση του parking των νυν δικαστηρίων, την έμφαση στην καθαριότητα και το φωτισμό της πόλης, θα βρισκόμασταν μπροστά σε μια νέα κυριολεκτικά γη.

Μπορούμε να ονειρευόμαστε ακόμα;

Εκπαίδευση απαίδευτη

Η πνευματικά νεόπτωχη Ελλάδα βρίσκει την πιο χαρακτηριστική απεικόνισή της στην πολιτική του Υπουργείου Παιδείας. Από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση έως και τα Πανεπιστήμια. Τούτες ειδικά τις ημέρες, που ξεκινούνε τα σχολειά, θαρρεί κανείς πως ο πρώτος που πρέπει να κάτσει στο θρανίο είναι η κυβέρνηση της χώρας.

Βλέπει κανείς, για παράδειγμα, με θλίψη τα ρεπορτάζ της ελληνικής (και μάλιστα κρατικής) τηλεόρασης, για τις πιο ακριβές τσάντες που κυκλοφορούν, για τις πιο χλιδάτες κασετίνες και για το πώς θα ξεχωρίσει το παιδί από την πρώτη μέρα κιόλας στην τάξη. Με μια υλιστική πάλι αντιμετώπιση της παιδείας, που περνά υποσυνείδητα στο παιδί την ανάγκη να αφεθεί στην επιφανειακή του ευτυχία και όχι στην ουσία των πραγμάτων και της ανθρώπινης επαφής.

Μετά, διαβάζουμε τα ρεπορτάζ για βιβλία που δεν τυπώθηκαν καν φέτος στα δημοτικά, τα γυμνάσια και τα λύκεια. Βλέπουμε την Υπουργό να ζητά συγγνώμη και να ρίχνει τις ευθύνες για το απαράδεκτο αυτό φαινόμενο στο Ελεγκτικό Συνέδριο, που προφανώς δεν ενέκρινε τις δαπάνες σε ένα Κράτος που, κατά τα άλλα, μάς έχει συνηθίσει να δρα “άψογα” και “μελετημένα”. Στη συνέχεια, ανοίγουν οι πόρτες ενώ οι δάσκαλοι κι οι καθηγητές λείπουν. Τα “κενά” είναι πάλι αναρρίθμητα. Το παιδί δεν βλέπει ούτε βιβλίο ούτε δάσκαλο πριν το Δεκέμβρη.

Και ως επιστέγασμα της εθνικής ξεφτίλας, τα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Με μια δήθεν, εξαναγκασμένη “συναίνεση” των ελλήνων κωμικοτραγικών βουλευταράδων, με γραμμή τρόικας, ψηφίστηκε ένας νόμος-πλαίσιο (ναι, αν θέλετε, στο “πλαίσιο” βάζετε το “κολάρο”), που έχει ως αποτέλεσμα το κλείσιμο 200 περίπου σχολών ανά τη χώρα. Με τους φοιτητές στο δρόμο και τους πρυτάνεις στο ΣτΕ. Με τη συρρίκνωση των περιφερειακών σχολών, υπέρ της ρημάδας αστυφιλίας, που τείνει να μετονομάσει τη χώρα σε Ελλαδιστάν.

Στ' αλήθεια, πόσο καιρό πριν έχουμε πτωχεύσει;


Η «άλλη», βαλτωμένη Ελλάδα

Την περασμένη εβδομάδα, αντί για κάποια παραλία, επιλέξαμε να βρεθούμε με φίλους κοντά στο Αμύνταιο της Φλώρινας, στο χωριό Βαλτόνερο. Εκεί πραγματοποιήθηκε μια «εκδήλωση διαμαρτυρίας», υπό μορφή συναυλίας, με πρωτοβουλία του συλλόγου με την επωνυμία «Σύλλογος Πληττομένων Βαλτονέρου». Σκοπός του συλλόγου αυτού είναι η ανάδειξη του σοβαρότατου προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι της περιοχής από τη μολυσματική δραστηριότητα του γειτονικού ορυχείου της Δ.Ε.Η.

Η μόλυνση έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτες σχεδόν επιπτώσεις τόσο στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής όσο και στην υγεία των κατοίκων του χωριού. Η σχεδόν ανατριχιαστική διαπίστωση σχετικά με το πρόβλημα αναφέρει ότι από τους περίπου διακόσιους κατοίκους του χωριού οι δεκαπέντε πεθαίνουν ετησίως από καρκίνο. Οι φωτογραφίες από τη διάβρωση που έχουν υποστεί τα κτήρια στο χωριό είναι συγκλονιστικές. Τα έσοδα της συναυλίας διατέθηκαν για την αγορά ενός ειδικού μηχανήματος καταμέτρησης των επιπέδων της μόλυνσης στον ατμόσφαιρα σε καθημερινή βάση.

Πέραν της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που με τη μορφή του θανάτου αποδεκατίζει την περιοχή, η αίσθηση της παντελούς εγκατάλειψης που σου αφήνει η επίσκεψη στο χωριό αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει ότι το ελληνικό Κράτος μοιάζει στοιχειωμένο, όχι απλώς υποτιμώντας την αποκέντρωση αλλά εξευτελίζοντάς την. Ο Καποδίστριας και ο Καλλικράτης δεν ήταν παρά δήθεν απόπειρες αποκέντρωσης, με τις ουσιαστικές αρμοδιότητες να παραμένουν στο κεντρικό, υπερσυγκεντρωτικό Κράτος που λειτουργεί ως ο Δούρειος Ίππος της διαφθοράς.

Και σαν αλυσίδα, η αποκέντρωση συνδέεται με την περιβαλλοντική πολιτική και αυτή με την κερδοσκοπία. Διότι, όπως φαίνεται, κύριο μέλημα της κυβέρνησης είναι η «τακτοποίηση των αυθαιρέτων» και η «νομιμοποίηση των ημιυπαιθρίων», αγνοώντας την ουσιαστική πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος, επικροτώντας το θάνατο και τη φυσική καταστροφή υπέρ του πλούτου των κερδοσκόπων που επενδύουν στον καρκίνο.

Μια Ελλάδα ξεχασμένη, μακριά από τη λάμψη των πυροτεχνημάτων της Ολυμπιάδας και της Γιάννας.

Χειμώνας Βαρύς

Καθώς θα παίζουν τα προβλεπόμενα ρεπορτάζ σχετικά με τους "κατεργάρηδες" Έλληνες που επιστρέφουν στους "πάγκους" τους μετά τα μπάνια του λαού, θα ευχηθούμε, αν και Σεπτέμβρης μήνας, "καλό χειμώνα". Κι ίσως για πρώτη φορά να αντιλαμβανόμαστε ότι η ευχή αυτή να είναι σαν την "καλημέρα" σε μια βροχερή, γεμάτη καταιγίδες ημέρα.

Η καταστροφολογία είναι ουσιαστικά ακόμα ένα πρόβλημα στο σακί των προβλημάτων αυτού του τόπου αλλά τούτη τη φορά ο φετινός χειμώνας προμηνύεται βαρύς. Δεν χρειάζεται να δουλεύεις σε οίκους αξιολόγησης για να το αντιληφθείς. Λες και η κατήφεια, η αβεβαιότητα για το "αγνωστο" να έχει ριζώσει στην ατμόσφαιρα, όπως η μυρωδιά της καταιγίδας που πλησιάζει.

Ίσως όμως αυτός ο "πάτος του βαρελιού" να λειτουργήσει ως η απαρχή για την ουσιαστική αλλαγή που ποθεί ο τόπος. Ως μια συνολική επανεκκίνηση του εν γένει πολιτικού συστήματος, που έχει προ πολλού καταρρεύσει.

Το κίνημα των Αγανακτισμένων δεν ήταν παρά η πρώτη απόδειξη για την ανάγκη συλλογικότητας στη δράση των πολιτών. Ίσως ήταν άμορφη, μη οργανωμένη πρωτοβουλία, αλλά θυμίζει την πρώιμη ορμή του ποταμού, που έχει αυτό το ακαθόριστο στην αρχή, μέχρι να φουντώσει. Να τα πάρει όλα και να τα σηκώσει.

Για τους πιο δραστήριους, είναι στα σκαριά ομάδες-δίκτυα που βασικό σκοπό έχουν την κατάργηση του νομισματικού συστήματος, του χρήματος δηλαδή και την αντικατάστασή του από ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών με μονάδα μέτρησης την προσφορά του καθενός. Αν τώρα όλα αυτά ακούγονται Κινέζικα, σύντομα ας ετοιμαστούμε για εκπλήξεις.

Τελικά μπορεί ο χειμώνας αυτός να είναι βαρύς λόγω των ανατροπών που θα φέρει. Μπορεί το χώμα του να μυρίζει λίγο από Άνοιξη.

ΕΠΤΑ τρόποι.


1ον. Στην «Κέρκυρα του Πολιτισμού», έχουμε βιώσει την έλλειψη πολιτιστικών εκδηλώσεων στο πετσί μας, ειδικά οι τριαντάρηδες. Για να δούμε μια συναυλία της προκοπής και να ξεφύγουμε από τα σουβλακοπανήγυρα έπρεπε να βγούμε -προ Εγνατίας- στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, άντε, στην καλύτερη περίπτωση, τα Γιάννενα.

2ον. Οι όποιες εκδηλώσεις, με μερικές μόνο εξαιρέσεις, έπασχαν κατάφορα στον τομέα της διοργάνωσής τους. Αυτό περιελάμβανε το χώρο διεξαγωγής, την καθαριότητά του, την άνεση του θεατή να απολαύσει το πρόγραμμα, τη διαφήμιση και άρα πρόσβαση του κόσμου στο γεγονός, την πρωτοτυπία, την ποικιλία των καλλιτεχνών, το κόστος του εισιτηρίου.

3ον. Τα λεγόμενα «τρανταχτά» ονόματα -δεν αναφέρομαι προφανώς σε Βίσσηνάδες, Τερλέγκηδες κλπ- τα έβλεπες με το κιάλι και με το σταγονόμετρο. Κάτι σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μια φορά στα τέσσερα χρόνια δηλαδή.

4ον. Οι όποιοι διαθέσιμοι χώροι για να επιχειρηθεί από τους πιο τολμηρούς το κάτι παραπάνω ήταν ελάχιστοι σε ποσότητα και, κυρίως, σε ποιότητα. Ακόμα και σήμερα, βιώνουμε το ξεφτιλίκι του Δημοτικού Θεάτρου, με θεατές ντυμένους όπως τα κρεμμύδια, λόγω έλλειψης θέρμανσης στο χώρο. Τα του Φοίνικα, τα είδαμε. Από Θέατρο, χωματερή.

5ον. Τα άτομα που ασχολούνταν με τα παραπάνω αποδείχθηκαν ερασιτέχνες με την κακή έννοια του όρου, και το βασικότερο μη σχετικοί με το αντικείμενο. Και η σχετικότητα δε σημαίνει απαραίτητα να είσαι ακροατής-φαν των καλλιτεχνών που προσκαλείς ούτε βεβαίως οι γνωριμίες που έχεις. Σχετικότητα σημαίνει αντίληψη του «χώρου» και των αναγκών του, όπου εσύ παρεμβαίνεις και αλλάζεις τα πράγματα προς το καλύτερο.

6ον. Η ανάγκη για αλλαγή στο πρόβλημα ακολούθησε και πάλι την καθιερωμένη λογική της αστυφιλίας. Βλέπε το αποτυχημένο έργο του Λυρικού Θεάτρου. Όλα και όλοι μέσα στη χώρα. Και άκουγες μερικά ωραία του στυλ: «και που να γίνονται συναυλίες ωρέ; Στου Τρουμπέτα;».

7ον. Οι συχνότερες δικαιολογίες για τα προβλήματα αυτά και την αναμενόμενη αποτυχία πολλών από τις εκδηλώσεις είχαν να κάνουν με τη νοοτροπία του ντόπιου, κακομαθημένου Κερκυραίου, που δεν τιμά τις εγχώριες πρωτοβουλίες, αλλά προτιμά τον καναπέ του σπιτιού του. Ηθελέστα και παθέστα, δηλαδή.

Όλα αυτά εδώ και ένα χρόνο περίπου τείνουν να αποτελούν ένα μακρινό, θολό παρελθόν. Αποκεντρωμένα, με σεβασμό στην αξιοπρέπεια και τις απαιτήσεις του θεατή, σε ένα χώρο στολίδι, που αποθεώνεται από τους ίδιους τους καλλιτέχνες και επικροτείται από τους Κερκυραίους, παρακολουθήσαμε δεκάδες καλλιτεχνών, σε βραδιές χορταστικές, σχεδόν αξέχαστες.

Ευχαριστούμε, ΕΠΤΑ.

Ο Αύγουστος που πονάει.


Θυμάμαι από μικρό παιδί τον Αύγουστο. Περιμέναμε όλο τον χρόνο να ’ρθει. Το περίμεναν οι επιχειρήσεις για να δουλέψουν περισσότερο, οι αδειούχοι να ξεκουραστούν, ο λαός να απολαύσει τα μπάνια του. Και το να ζεις σε νησί διαφοροποιεί πολύ τον Αύγουστο και το καλοκαίρι γενικά. Διότι κατά βάση οι άλλοι είναι που σε επισκέπτονται και εσύ ανοίγεις τις πόρτες για μια ακόμη ξέγνοιαστη περίοδο διακοπών με φίλους.

Οι πλατείες στα χωριά γεμίζουν πάλι με τους «ομογενείς των Αθηνών», των Ελλήνων που άφησαν τα χωρία τους, την ελληνική επαρχία για «τα όνειρα της πρωτεύουσας», για μιαν άλλη, «καλύτερη ζωή». Φίλοι και γνωστοί περπατούν ξανά στα ίδια σοκάκια που παίζανε παιδιά, αναπολούν και θυμούνται στιγμές μιας άλλης Ελλάδας, διαφορετικής. Πανηγύρια, χαρές, σπίτια που ανοίγουν έστω για καμιά δεκαριά μέρες.

Και μετά, θα ’ρθει ο Σεπτέμβρης πάλι. Τα λιμάνια θα γεμίσουν με αναχωρήσεις και μαντίλια. Τα κανάλια θα μεταδίδουν τα ίδια μονότονα ρεπορτάζ περιγράφοντας τα «κύμματα επιστροφής» των αδειούχων στον κλεινόν άστυ. Οι γειτονιές θα ησυχάσουν απότομα, τα παντζούρια των σπιτιών θα μείνουν κλειστά, ταμπουρωμένα και οι πλατείες θα ερημώσουν. Η Ελλάδα που εγκαταλείπεται, που συμπιέζεται, και βλέπει τους πολίτες της να συγκεντρώνονται όπως τα μυρμήγκια στην τρύπα τους, όταν ξεσπάσει μπόρα.

Και τότε επιστρέφεις στη ρουτίνα, αλλά και στις διερωτήσεις σου. Γιατί ακόμα αυτός ο τόπος να μην αλλάζει ρότα. Γιατί οι μεγάλες, αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες είναι ΠΡΩΤΑ αποκεντρωμένες και μετά όλα τα υπόλοιπα. Γιατί οι ηγεσίες αυτού του τόπου ’φτιάξαν μια Ελλάδα όπως βόλευε, εκ του προχείρου, υδροκέφαλη, με αδικίες και ανισότητες.

Μια Ελλάδα των ξενιτεμένων στον ίδιο τους τον τόπο.

Καθαρές Προτάσεις

Είναι γεγονός ότι κατά τους τελευταίους μήνες η ταλαιπωρημένη εικόνα της Κέρκυρας από πλευράς καθαριότητας έχει βελτιωθεί αισθητά, ειδικά ως προς την περιοχή της παλαιάς πόλης. Υπάρχουν όμως ακόμα ορισμένοι ευαίσθητοι τομείς ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, που σκόπιμο είναι να εξεταστούν άμεσα από τη δημοτική αρχή.

Αρχικά, πρέπει να παρατηρήσει κανείς το εντελώς αξιοπερίεργο και καθόλου τιμητικό φαινόμενο των δεκάδων κάδων απορριμμάτων που βρίσκονται στην πόλη της Κέρκυρας, αντί του ορθότερου συστήματος «κάδος και γειτονιά». Βλέπει κανείς για παράδειγμα την άθλια εικόνα των δέκα (!) περίπου μαζεμένων κάδων έξω από το παλαιό νοσοκομείο ή και απέναντι από την πλατεία της Ανουντσιάτας, και την παντελή έλλειψη κάδων από τοπικές γειτονιές, λ.χ. όπως η Πλατυτέρα, δημιουργώντας ουσιαστικά εικόνα μικρών χωματερών στην πόλη.

Επίσης, θλίψη και απορία προκαλεί το φαινόμενο της ουσιαστικής κατάργησης των κάδων της ανακύκλωσης, αφού επανειλημμένως το απορριμματοφόρο όχημα συλλέγει τα απορρίμματα κατά συνολικό τρόπο, χωρίς δηλαδή διαχωρισμό αυτών σε ανακυκλώσιμα και μη. Υπάρχουν πολίτες στην Κέρκυρα που αντίκρισαν την εικόνα αυτή εντελώς απογοητευμένοι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την έτσι κι αλλιώς απαίδευτη ελληνική κοινωνία σχετικά με το ζήτημα της ανακύκλωσης.

Κλείνοντας, μιας και μπήκε ο Αύγουστος και οι επισκέπτες στο νησί μας καταφθάνουν κατά χιλιάδες, θα ήταν θεμιτό να συζητηθεί και ένα άλλο ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα, όπως αυτό της συμπεριφοράς και εξυπηρέτησης των επισκεπτών ειδικά από τα καταστήματα που βρίσκονται στο Λιστόν.

Τούτο διότι έχει παρατηρηθεί το απαράδεκτο φαινόμενο της εντελώς αγενούς συμπεριφοράς προς τους επισκέπτες, στη λογική του εύκολου κέρδους, με σερβιτόρους που δυσανασχετούν ακόμα και στην απλή «καλημέρα» προς τον πελάτη. Σε ένα ιδανικό επίπεδο ιδεών, χρήσιμη θα ήταν η σύσταση μιας επιτροπής «Πολιτιστικού Ενδιαφέροντος» από το Δήμο Κέρκυρας, που θα επέβλεπε τις περιοχές αυτές, με δεδομένο ότι εξυπηρετείται και το δημόσιο συμφέρον σε ένα τόσο κεντρικό σημείο μιας πόλης, που, έστω κι αν το έχουμε ξεχάσει, αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.

Καλές διακοπές!

Συγκλονισμένος ο τόπος από το πρόσφατο φονικό που έλαβε χώρα στην πόλη της Κέρκυρας, μεταξύ ανήλικων και μετέφηβων πιτσιρικάδων, μπροστά στα μάτια των διερχόμενων τουριστών και ντόπιων. Ακόμα πιο εμβρόντητη η κοινωνία τις επόμενες ημέρες, όταν βγήκαν στο φως περισσότερες λεπτομέρειες για τις συνθήκες και τα κίνητρα που οδήγησαν στην αφαίρεση της ζωής ενός παιδιού.

Το ορθό βεβαίως θα ήταν η κοινωνία να βρισκόταν σε εγρήγορση προληπτικά, πολύ πριν συμβούν περιστατικά σαν αυτό που ζήσαμε την περασμένη εβδομάδα, δια των δημοκρατικών θεσμών της. Γιατί διαφορετικά, δεν ομιλούμε για οργανωμένες δομές ανθρώπων, αλλά για κουτσομπόλες.

Διότι πολύς ο ντόρος που γίνεται εδώ και καιρό για το διαδίκτυο και τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, αλλά θαρρεί κανείς πως έχουμε μπροστά μας ένα δάσος αλλά έχουμε μείνει να κοιτάμε το δέντρο. Χωρίς πολλές διατυπώσεις και κορόνες, η ελληνική οικογένεια σήμερα βρίσκεται κυριολεκτικά στην κοσμάρα της. Δεν είναι ότι δεν φροντίζει για τα παιδιά της, αλλά δεν έχει επουδενί αναπτύξει τέτοιες μεθόδους και δομές για να αποκτήσει την ελάχιστη αντίληψη για το τι πραγματικά προβληματίζει τα παιδιά σήμερα.

Η ελληνική νεόπλουτη κοινωνία που μετετράπη βιαίως σε νεόπτωχη, με την οικογένεια να αποτελεί το όχημα για την ικανοποίηση μεσοαστικών ονείρων, με σκοπό αυτοκίνητα, σπίτια, διορισμούς και κομπλεξική χλίδα, αγνοώντας το ρόλο της ως η πρώτη βαθμίδα κοινωνικοποίησης του ατόμου. Τα πολλά συγκεντρωμένα, μελαγχολικά ΕΓΩ. Είναι η ίδια ακριβώς συμπεριφορά που οδήγησε σε τόσα άλλα συναφή περιστατικά, όπως η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, πριν 3 χρόνια.

Στα νομικά, λέγεται αλλιώς και έγκλημα δια της παραλείψεως. Χαίρετε.


Οι θιγμένες κοινοβουλευτικές αγέλες

Κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται ένα νέο φαινόμενο κοινωνικής συμπεριφοράς με μαζικές διαστάσεις μάλιστα. Οι επιθέσεις, παντοιοτρόπως, κατά βουλευτών, όλων των κομμάτων και όλων των ιδεολογιών. Γιαούρτια, εξυβρίσεις, "γιούχες", ακόμα και με περιττώματα έλουσαν προχτές το αυτοκίνητο του βουλευτού Ημαθίας. Για να μη θυμίσω και τη δική μας ιστορία, με το καΐκι και τους βουλευτές να αποχωρούν κακήν κακώς από την Κέρκυρα.

Μετά από όλα αυτά, βγαίνουν απορημένοι οι βουλευτές στα μέσα ενημέρωσης, και εξίστανται για την άδικη αυτή αντιμετώπισή τους από τους πολίτες, διότι γίνονται στόχος και πρόσωπα που εργάζονται υπέρ του λαού και εν πάση περιπτώσει δεν επιτρέπεται να μπαίνουν όλοι "στο ίδιο τσουβάλι". Μάλιστα.

Στην πορεία της σκέψης τους, οι εκπρόσωποι του Έθνους, λησμόνησαν ότι τριάντα χρόνια τώρα, η τελική εντύπωση που αφήνουν στην αντίληψη του μέσου πολίτη για το πως λειτουργεί η Βουλή είναι αυτή της "αγέλης". Κοινοβουλευτικές ομάδες, με υποτιθέμενη "ανέλεγκτη συνείδηση και ψήφο". Στην πραγματικότητα, ο κάθε πρόεδρος σέρνει εν είδει "λύκου" τους βουλευτές του με τιμωρία την άμεση διαγραφή τους σε περίπτωση που ψηφίσουν διαφορετικά έστω και μία, μοναδική φορά. Τα παραδείγματα, άφθονα.

Κατά συνέπεια, είναι σχεδόν αστείο να απαιτούν σήμερα οι βουλευτές ξαφνικά ξεχωριστή, ατομική μεταχείριση για τη στάση τους όταν όλα αυτά τα χρόνια εμφανίζονταν στο λαό ως "μπουλούκι" σε κάθε ελάχιστη έκφανση της κοινοβουλευτικής τους δράσης και συμπεριφοράς. Οι σήμερα "γιαουρτωμένοι" βουλευτές ξέχασαν επίσης ότι κατά την ωρίμανση και ολοκλήρωση ιστορικών φάσεων, όπως η μεταπολίτευση, ο λαός καταλήγει σε συμπεράσματα, που κατά ένα σχεδόν ομαδικό τρόπο εγκαθίστανται στο υποσυνείδητο της αξιολογικής του κρίσης σχετικά με τους θεσμούς και τα πρόσωπα που μεσολάβησαν.

Λέγεται αλλιώς και συλλογική μνήμη. Χαίρετε.

“Το σιδέρωμα της Σπυριδούλας”

Στη δεκαετία του 1950, στην ακόμα τρομαγμένη μεταπολεμική Ελλάδα, μια υπόθεση συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Η Σπυριδούλα Ράπτη, μια δωδεκάχρονη κοπέλα από το Αγρίνιο, κατέβηκε στην Αθήνα, κατόπιν πιέσεων και των δικών της, με σκοπό να εργαστεί ως υπηρέτρια σε μια πλούσια οικογένεια του Πειραιά. Το περιβάλλον που συνάντησε η Σπυριδούλα, αν και ευκατάστατο, δεν αποδείχθηκε τόσο φιλικό, με αποτέλεσμα μια τρομερή εξέλιξη που ακόμα και σήμερα προκαλεί αίσθηση. Η Σπυριδούλα κατηγορήθηκε από τα αφεντικά της ότι υπεξαίρεσε χρήματα από την ντουλάπα του συζύγου της οικογένειας που τη φιλοξενούσε, με την απίστευτη τιμωρία του σιδερώματος (!) του κορμιού της σε πολλαπλά σημεία, αφού πρώτα την έδεσαν στο τραπέζι της κουζίνας και τη σιδέρωναν μέχρι να παραδεχτεί κάτι που, όπως αποδείχθηκε, ουδέποτε είχε πράξει.

Λοιπόν, η παραπάνω ιστορία μού 'φερε στο νου τα δεινά της χώρας μας σήμερα. Θα μου πεις, πως συγκρίνεται η σύγχρονη Ελλάδα με ένα φτωχοκόριτσο του '50; Ας είναι καλά η κρίση που ωθεί σε όργια (και) τη φαντασία μας.

Είναι πρόδηλοι οι παραλληλισμοί και εύλογες οι συγκρίσεις με το μαρτύριο της μικρής Σπιριδούλας. Κατά έναν ανάλογο τρόπο, η μικρή και “ψωροκώσταινα” Ελλάδα ζήτησε κάποτε να ενταχτεί στην οικογένεια της ευκατάστατης Ε.Ο.Κ. (νυν Ε.Ε.), με σκοπό να ξεφύγει από τα περιορισμένα όρια της φτωχογειτονιάς της. Κατόπιν, μετά από δεκαετίες, βρέθηκε κατηγορούμενη για “υπεξαίρεση” των κοινοτικών πόρων, που λαθραία ιδιοποίηθηκε από το “ντουλάπι” των κοινοτικών ενισχύσεων. Και μετά, ο σύζυγος της Ε.Ε. (Δ.Ν.Τ.), γύρισε στο σπίτι “εξοργισμένος” και μαζί με τη γυναίκα του, έβαλαν την Ελλάδα στο “τραπέζι” του ελέγχου και της τιμωρίας, προκαλώντας αλλεπάλληλες πληγές στο σώμα του λαού της.

Στην πραγματική ιστορία, η Σπυριδούλα αν και θύμα της βαρβαρότητας αυτής, επέλεξε το δρόμο της εξόδου από το μαρτύριό της, αφού κατέφυγε στις αρχές, μετατρεπόμενη σε λαϊκό ίνδαλμα των φτωχών και καταπιεσμένων της αστικής τάξης.

Για το κλείσιμο, χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του πατέρα της Σπυριδούλας:

“(…) Μου υποσχέθηκαν ότι θα ευτυχήσει το παιδί μου. Εμείς είμαστε φτωχοί άνθρωποι, εγώ συνταξιούχος χωροφύλακας. Με ξεγέλασαν. Μου είπαν ότι και οι δύο είναι τραπεζικοί υπάλληλοι και ότι κοντά στο δικό τους παιδί θα έχουν και το δικό μας, σαν πιο μεγάλη αδελφούλα του”.

Ομοιότητες σχεδόν ανατριχιαστικές, παραδεχτείτε το.

Η φούσκα δεν ξεφούσκωσε απλώς, αλλά έσκασε!




Είναι προφανές ότι μετά τη δημοσιογραφική, στατιστική και πολιτική καταγραφή της οικονομικής κρίσης έχουμε περάσει στη βιωματική της φάση. Με άλλα λόγια, ο κόσμος ζει πλέον στο πετσί του, στην καθημερινότητά του, το φαινόμενο αυτό, με συνέπειες που αφορούν όχι μόνο την καταναλωτική του δύναμη, αλλά, προπαντός την ψυχολογία του. Διότι, ως γνωστόν, η αγορά, πέρα από πολιτικά οράματα και νομοσχέδια, προϋποθέτει ψυχολογία.

Πριν από 7 χρόνια, Ιούλιος ήταν πάλι, και στα μπαλκόνια έβλεπες ελληνικές σημαίες. Στους δρόμους, οι "καλημέρες" και τα υγιή, χαμογελαστά πρόσωπα, έδιναν κι έπαιρναν. Η Ελλάς, ήταν και, κυρίως, ένιωθε πρωταθλήτρια Ευρώπης, μη σου πω και κόσμου. Ήταν το 2004, η χρονιά του μεγαλύτερου μέσου όρου ανάπτυξης στην Ευροζώνη, που ήταν ο ελληνικός. Ήταν το καλοκαίρι του Euro αλλά και των Ολυμπιακών Αγώνων, των ακριβότερων που διοργανώθηκαν ποτέ. Κι όλα αυτά τα τρανά, από μια τόσο δα χώρα, μια σταλίτσα στο χάρτη.

Τότε, η ψυχολογία του λαού, ήταν στα ύψη. Ακόμα και οι πτωχοί, ένιωθαν, τρόπον τινά, πλούσιοι. Τότε, ως διορατικοί "ψυχολόγοι", οι Τράπεζες έδιναν τα δάνεια με τη σέσουλα ακόμα και σε πένητες. Πολλά δάνεια και όλων των ειδών. Διακοποδάνεια, γαμοδάνεια, φοιτητοδάνεια και όλα πολλές φορές, με ένα απλό τηλεφώνημα, όπως διαφήμιζαν δεκάδες φορές την ημέρα στα μέσα ενημέρωσης. Η "καλή" τους διάθεση για ανάπτυξη έφτασε μέχρι και τα μπλοκ επιταγών, τα οποία έδιναν σχεδόν με το ζόρι, συστημένα.

Σήμερα, μετά την παύση των πανηγυρισμών, των θριάμβων και της ώθησης στην κατανάλωση, ήλθε η βουβαμάρα. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται κράτος των λαμόγιων και των τεμπέληδων. Τα νοικοκυριά από χαρούμενα βαφτίστηκαν "υπερχρεωμένα", ο Τειρεσίας έγινε ο σύγχρονος μπαμπούλας των επιχειρηματιών και των λοιπών συναλλασσομένων. Απρόσωπος, μέσα από τηλεφωνήματα εισπρακτικών εταιρειών και πάντα μαύρος, όπως η λίστα του.

Οι Τράπεζες, καθοδηγούμενες από την κυβερνητική πολιτική, συμμετείχαν εν γνώση τους στο έγκλημα. Χαρακτηρίζουν τώρα ως αφερέγγυους αυτούς που πριν τους έκριναν ως αξιόπιστους. Η Ελλάδα της ανάπτυξης έγινε η Ελλάδα της ύφεσης. Της πείνας και της διαρκώς επαπειλούμενης "κατοχής". Η αποκέντρωση έγινε "Καλλικράτης", τα δημόσια αγαθά ιδιωτικοποιήθηκαν και όλα έπεσαν στο βωμό των εν γένει "περικοπών". Και ξάφνου δημιουργήθηκε ο εξής συλλογισμός:


Το χρήμα δημιούργησε χρέη. Τα χρέη, δανεισμό. Ο δανεισμός, τόκους. Και οι τόκοι ΚΕΡΔΟΣ.


Συνεχίζεται.


(δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα "Ενημέρωση" στο φύλλο της Πέμπτης, 07/07/2011)

Αναγνώσεις