Η «άλλη», βαλτωμένη Ελλάδα

Την περασμένη εβδομάδα, αντί για κάποια παραλία, επιλέξαμε να βρεθούμε με φίλους κοντά στο Αμύνταιο της Φλώρινας, στο χωριό Βαλτόνερο. Εκεί πραγματοποιήθηκε μια «εκδήλωση διαμαρτυρίας», υπό μορφή συναυλίας, με πρωτοβουλία του συλλόγου με την επωνυμία «Σύλλογος Πληττομένων Βαλτονέρου». Σκοπός του συλλόγου αυτού είναι η ανάδειξη του σοβαρότατου προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι της περιοχής από τη μολυσματική δραστηριότητα του γειτονικού ορυχείου της Δ.Ε.Η.

Η μόλυνση έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτες σχεδόν επιπτώσεις τόσο στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής όσο και στην υγεία των κατοίκων του χωριού. Η σχεδόν ανατριχιαστική διαπίστωση σχετικά με το πρόβλημα αναφέρει ότι από τους περίπου διακόσιους κατοίκους του χωριού οι δεκαπέντε πεθαίνουν ετησίως από καρκίνο. Οι φωτογραφίες από τη διάβρωση που έχουν υποστεί τα κτήρια στο χωριό είναι συγκλονιστικές. Τα έσοδα της συναυλίας διατέθηκαν για την αγορά ενός ειδικού μηχανήματος καταμέτρησης των επιπέδων της μόλυνσης στον ατμόσφαιρα σε καθημερινή βάση.

Πέραν της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που με τη μορφή του θανάτου αποδεκατίζει την περιοχή, η αίσθηση της παντελούς εγκατάλειψης που σου αφήνει η επίσκεψη στο χωριό αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει ότι το ελληνικό Κράτος μοιάζει στοιχειωμένο, όχι απλώς υποτιμώντας την αποκέντρωση αλλά εξευτελίζοντάς την. Ο Καποδίστριας και ο Καλλικράτης δεν ήταν παρά δήθεν απόπειρες αποκέντρωσης, με τις ουσιαστικές αρμοδιότητες να παραμένουν στο κεντρικό, υπερσυγκεντρωτικό Κράτος που λειτουργεί ως ο Δούρειος Ίππος της διαφθοράς.

Και σαν αλυσίδα, η αποκέντρωση συνδέεται με την περιβαλλοντική πολιτική και αυτή με την κερδοσκοπία. Διότι, όπως φαίνεται, κύριο μέλημα της κυβέρνησης είναι η «τακτοποίηση των αυθαιρέτων» και η «νομιμοποίηση των ημιυπαιθρίων», αγνοώντας την ουσιαστική πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος, επικροτώντας το θάνατο και τη φυσική καταστροφή υπέρ του πλούτου των κερδοσκόπων που επενδύουν στον καρκίνο.

Μια Ελλάδα ξεχασμένη, μακριά από τη λάμψη των πυροτεχνημάτων της Ολυμπιάδας και της Γιάννας.

Χειμώνας Βαρύς

Καθώς θα παίζουν τα προβλεπόμενα ρεπορτάζ σχετικά με τους "κατεργάρηδες" Έλληνες που επιστρέφουν στους "πάγκους" τους μετά τα μπάνια του λαού, θα ευχηθούμε, αν και Σεπτέμβρης μήνας, "καλό χειμώνα". Κι ίσως για πρώτη φορά να αντιλαμβανόμαστε ότι η ευχή αυτή να είναι σαν την "καλημέρα" σε μια βροχερή, γεμάτη καταιγίδες ημέρα.

Η καταστροφολογία είναι ουσιαστικά ακόμα ένα πρόβλημα στο σακί των προβλημάτων αυτού του τόπου αλλά τούτη τη φορά ο φετινός χειμώνας προμηνύεται βαρύς. Δεν χρειάζεται να δουλεύεις σε οίκους αξιολόγησης για να το αντιληφθείς. Λες και η κατήφεια, η αβεβαιότητα για το "αγνωστο" να έχει ριζώσει στην ατμόσφαιρα, όπως η μυρωδιά της καταιγίδας που πλησιάζει.

Ίσως όμως αυτός ο "πάτος του βαρελιού" να λειτουργήσει ως η απαρχή για την ουσιαστική αλλαγή που ποθεί ο τόπος. Ως μια συνολική επανεκκίνηση του εν γένει πολιτικού συστήματος, που έχει προ πολλού καταρρεύσει.

Το κίνημα των Αγανακτισμένων δεν ήταν παρά η πρώτη απόδειξη για την ανάγκη συλλογικότητας στη δράση των πολιτών. Ίσως ήταν άμορφη, μη οργανωμένη πρωτοβουλία, αλλά θυμίζει την πρώιμη ορμή του ποταμού, που έχει αυτό το ακαθόριστο στην αρχή, μέχρι να φουντώσει. Να τα πάρει όλα και να τα σηκώσει.

Για τους πιο δραστήριους, είναι στα σκαριά ομάδες-δίκτυα που βασικό σκοπό έχουν την κατάργηση του νομισματικού συστήματος, του χρήματος δηλαδή και την αντικατάστασή του από ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών με μονάδα μέτρησης την προσφορά του καθενός. Αν τώρα όλα αυτά ακούγονται Κινέζικα, σύντομα ας ετοιμαστούμε για εκπλήξεις.

Τελικά μπορεί ο χειμώνας αυτός να είναι βαρύς λόγω των ανατροπών που θα φέρει. Μπορεί το χώμα του να μυρίζει λίγο από Άνοιξη.

ΕΠΤΑ τρόποι.


1ον. Στην «Κέρκυρα του Πολιτισμού», έχουμε βιώσει την έλλειψη πολιτιστικών εκδηλώσεων στο πετσί μας, ειδικά οι τριαντάρηδες. Για να δούμε μια συναυλία της προκοπής και να ξεφύγουμε από τα σουβλακοπανήγυρα έπρεπε να βγούμε -προ Εγνατίας- στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, άντε, στην καλύτερη περίπτωση, τα Γιάννενα.

2ον. Οι όποιες εκδηλώσεις, με μερικές μόνο εξαιρέσεις, έπασχαν κατάφορα στον τομέα της διοργάνωσής τους. Αυτό περιελάμβανε το χώρο διεξαγωγής, την καθαριότητά του, την άνεση του θεατή να απολαύσει το πρόγραμμα, τη διαφήμιση και άρα πρόσβαση του κόσμου στο γεγονός, την πρωτοτυπία, την ποικιλία των καλλιτεχνών, το κόστος του εισιτηρίου.

3ον. Τα λεγόμενα «τρανταχτά» ονόματα -δεν αναφέρομαι προφανώς σε Βίσσηνάδες, Τερλέγκηδες κλπ- τα έβλεπες με το κιάλι και με το σταγονόμετρο. Κάτι σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μια φορά στα τέσσερα χρόνια δηλαδή.

4ον. Οι όποιοι διαθέσιμοι χώροι για να επιχειρηθεί από τους πιο τολμηρούς το κάτι παραπάνω ήταν ελάχιστοι σε ποσότητα και, κυρίως, σε ποιότητα. Ακόμα και σήμερα, βιώνουμε το ξεφτιλίκι του Δημοτικού Θεάτρου, με θεατές ντυμένους όπως τα κρεμμύδια, λόγω έλλειψης θέρμανσης στο χώρο. Τα του Φοίνικα, τα είδαμε. Από Θέατρο, χωματερή.

5ον. Τα άτομα που ασχολούνταν με τα παραπάνω αποδείχθηκαν ερασιτέχνες με την κακή έννοια του όρου, και το βασικότερο μη σχετικοί με το αντικείμενο. Και η σχετικότητα δε σημαίνει απαραίτητα να είσαι ακροατής-φαν των καλλιτεχνών που προσκαλείς ούτε βεβαίως οι γνωριμίες που έχεις. Σχετικότητα σημαίνει αντίληψη του «χώρου» και των αναγκών του, όπου εσύ παρεμβαίνεις και αλλάζεις τα πράγματα προς το καλύτερο.

6ον. Η ανάγκη για αλλαγή στο πρόβλημα ακολούθησε και πάλι την καθιερωμένη λογική της αστυφιλίας. Βλέπε το αποτυχημένο έργο του Λυρικού Θεάτρου. Όλα και όλοι μέσα στη χώρα. Και άκουγες μερικά ωραία του στυλ: «και που να γίνονται συναυλίες ωρέ; Στου Τρουμπέτα;».

7ον. Οι συχνότερες δικαιολογίες για τα προβλήματα αυτά και την αναμενόμενη αποτυχία πολλών από τις εκδηλώσεις είχαν να κάνουν με τη νοοτροπία του ντόπιου, κακομαθημένου Κερκυραίου, που δεν τιμά τις εγχώριες πρωτοβουλίες, αλλά προτιμά τον καναπέ του σπιτιού του. Ηθελέστα και παθέστα, δηλαδή.

Όλα αυτά εδώ και ένα χρόνο περίπου τείνουν να αποτελούν ένα μακρινό, θολό παρελθόν. Αποκεντρωμένα, με σεβασμό στην αξιοπρέπεια και τις απαιτήσεις του θεατή, σε ένα χώρο στολίδι, που αποθεώνεται από τους ίδιους τους καλλιτέχνες και επικροτείται από τους Κερκυραίους, παρακολουθήσαμε δεκάδες καλλιτεχνών, σε βραδιές χορταστικές, σχεδόν αξέχαστες.

Ευχαριστούμε, ΕΠΤΑ.

Ο Αύγουστος που πονάει.


Θυμάμαι από μικρό παιδί τον Αύγουστο. Περιμέναμε όλο τον χρόνο να ’ρθει. Το περίμεναν οι επιχειρήσεις για να δουλέψουν περισσότερο, οι αδειούχοι να ξεκουραστούν, ο λαός να απολαύσει τα μπάνια του. Και το να ζεις σε νησί διαφοροποιεί πολύ τον Αύγουστο και το καλοκαίρι γενικά. Διότι κατά βάση οι άλλοι είναι που σε επισκέπτονται και εσύ ανοίγεις τις πόρτες για μια ακόμη ξέγνοιαστη περίοδο διακοπών με φίλους.

Οι πλατείες στα χωριά γεμίζουν πάλι με τους «ομογενείς των Αθηνών», των Ελλήνων που άφησαν τα χωρία τους, την ελληνική επαρχία για «τα όνειρα της πρωτεύουσας», για μιαν άλλη, «καλύτερη ζωή». Φίλοι και γνωστοί περπατούν ξανά στα ίδια σοκάκια που παίζανε παιδιά, αναπολούν και θυμούνται στιγμές μιας άλλης Ελλάδας, διαφορετικής. Πανηγύρια, χαρές, σπίτια που ανοίγουν έστω για καμιά δεκαριά μέρες.

Και μετά, θα ’ρθει ο Σεπτέμβρης πάλι. Τα λιμάνια θα γεμίσουν με αναχωρήσεις και μαντίλια. Τα κανάλια θα μεταδίδουν τα ίδια μονότονα ρεπορτάζ περιγράφοντας τα «κύμματα επιστροφής» των αδειούχων στον κλεινόν άστυ. Οι γειτονιές θα ησυχάσουν απότομα, τα παντζούρια των σπιτιών θα μείνουν κλειστά, ταμπουρωμένα και οι πλατείες θα ερημώσουν. Η Ελλάδα που εγκαταλείπεται, που συμπιέζεται, και βλέπει τους πολίτες της να συγκεντρώνονται όπως τα μυρμήγκια στην τρύπα τους, όταν ξεσπάσει μπόρα.

Και τότε επιστρέφεις στη ρουτίνα, αλλά και στις διερωτήσεις σου. Γιατί ακόμα αυτός ο τόπος να μην αλλάζει ρότα. Γιατί οι μεγάλες, αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες είναι ΠΡΩΤΑ αποκεντρωμένες και μετά όλα τα υπόλοιπα. Γιατί οι ηγεσίες αυτού του τόπου ’φτιάξαν μια Ελλάδα όπως βόλευε, εκ του προχείρου, υδροκέφαλη, με αδικίες και ανισότητες.

Μια Ελλάδα των ξενιτεμένων στον ίδιο τους τον τόπο.

Καθαρές Προτάσεις

Είναι γεγονός ότι κατά τους τελευταίους μήνες η ταλαιπωρημένη εικόνα της Κέρκυρας από πλευράς καθαριότητας έχει βελτιωθεί αισθητά, ειδικά ως προς την περιοχή της παλαιάς πόλης. Υπάρχουν όμως ακόμα ορισμένοι ευαίσθητοι τομείς ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, που σκόπιμο είναι να εξεταστούν άμεσα από τη δημοτική αρχή.

Αρχικά, πρέπει να παρατηρήσει κανείς το εντελώς αξιοπερίεργο και καθόλου τιμητικό φαινόμενο των δεκάδων κάδων απορριμμάτων που βρίσκονται στην πόλη της Κέρκυρας, αντί του ορθότερου συστήματος «κάδος και γειτονιά». Βλέπει κανείς για παράδειγμα την άθλια εικόνα των δέκα (!) περίπου μαζεμένων κάδων έξω από το παλαιό νοσοκομείο ή και απέναντι από την πλατεία της Ανουντσιάτας, και την παντελή έλλειψη κάδων από τοπικές γειτονιές, λ.χ. όπως η Πλατυτέρα, δημιουργώντας ουσιαστικά εικόνα μικρών χωματερών στην πόλη.

Επίσης, θλίψη και απορία προκαλεί το φαινόμενο της ουσιαστικής κατάργησης των κάδων της ανακύκλωσης, αφού επανειλημμένως το απορριμματοφόρο όχημα συλλέγει τα απορρίμματα κατά συνολικό τρόπο, χωρίς δηλαδή διαχωρισμό αυτών σε ανακυκλώσιμα και μη. Υπάρχουν πολίτες στην Κέρκυρα που αντίκρισαν την εικόνα αυτή εντελώς απογοητευμένοι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την έτσι κι αλλιώς απαίδευτη ελληνική κοινωνία σχετικά με το ζήτημα της ανακύκλωσης.

Κλείνοντας, μιας και μπήκε ο Αύγουστος και οι επισκέπτες στο νησί μας καταφθάνουν κατά χιλιάδες, θα ήταν θεμιτό να συζητηθεί και ένα άλλο ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα, όπως αυτό της συμπεριφοράς και εξυπηρέτησης των επισκεπτών ειδικά από τα καταστήματα που βρίσκονται στο Λιστόν.

Τούτο διότι έχει παρατηρηθεί το απαράδεκτο φαινόμενο της εντελώς αγενούς συμπεριφοράς προς τους επισκέπτες, στη λογική του εύκολου κέρδους, με σερβιτόρους που δυσανασχετούν ακόμα και στην απλή «καλημέρα» προς τον πελάτη. Σε ένα ιδανικό επίπεδο ιδεών, χρήσιμη θα ήταν η σύσταση μιας επιτροπής «Πολιτιστικού Ενδιαφέροντος» από το Δήμο Κέρκυρας, που θα επέβλεπε τις περιοχές αυτές, με δεδομένο ότι εξυπηρετείται και το δημόσιο συμφέρον σε ένα τόσο κεντρικό σημείο μιας πόλης, που, έστω κι αν το έχουμε ξεχάσει, αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.

Καλές διακοπές!

Αναγνώσεις